Το κτίριο Αβέρωφ
Το κτίριο Αβέρωφ, όπως σήμερα ονομάζεται το κεντρικό, διώροφο κτίριο του συγκροτήματος του Πολυτεχνείου στην οδό Πατησίων, μαζί με τα δύο μονώροφα κτίρια που το πλαισιώνουν συμμετρικά (Πρυτανείας και Σχολής Καλών Τεχνών), αποτελούν το σημαντικότερο έργο του αρχιτέκτονα Λύσανδρου Καυταντζόγλου (1811-1885). Την πρώτη σκέψη δημιουργίας του Πολυτεχνείου είχε ο ευεργέτης Ν. Στουρνάρης (1852), που χρηματοδότησε το έργο. Το αρχικό σχέδιο εκπονήθηκε το 1859, το 1861 συμπληρώθηκε η μελέτη και ο θεμέλιος λίθος τέθηκε το 1862. Στη συνέχεια έγιναν ριζικές περικοπές του προγράμματος που οδήγησαν σε αναθεωρήσεις των αρχικών σχεδίων (1868), ενώ ως το τέλος της κατασκευής πολλά στοιχεία της μελέτης θα παραλείπονταν για λόγους οικονομίας. Αλλωστε ήδη από το 1870 θα χρειαζόταν η πρόσθετη συνδρομή ενός άλλου ευεργέτη, του Γ. Αβέρωφ, ώστε να μπορέσει να ολοκληρωθεί το έργο (1878). Στο μεταξύ ο Καυταντζόγλου είχε παραιτηθεί από την επίβλεψη, διαμαρτυρόμενος για τις αυθαιρεσίες της επιτροπής ανέγερσης του Πολυτεχνείου. Τα έργα συμπλήρωσης του συγκροτήματος του Πολυτεχνείου επεκτάθηκαν ως τις αρχές του 20ου αιώνα, με συμπλήρωση της διακόσμησης και των εξωτερικών διαμορφώσεων (1903-16).
Η υποδοχή του συγκροτήματος του Πολυτεχνείου την εποχή που χτιζόταν ήταν μικτή. Από μια πλευρά ασκήθηκε έντονη κριτική για την "πολυτέλεια" ενός τόσο ασυνήθιστου σε μέγεθος δημόσιου έργου, ενώ από την άλλη εκτιμήθηκε ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του, που το έκανε να ξεχωρίζει αισθητά ανάμεσα στα σύγχρονά του μνημεία της Αθήνας. Η διχοστασία αυτή αναβίωσε προπολεμικά, όταν στην δεκαετία του '30 δημοσιεύτηκαν άρθρα υπέρ και κατά της καλλιτεχνικής αξίας του συγκροτήματος. Η απόρριψή του περιστράφηκε γύρω από τον δυσανάλογα ψηλό όγκο του κεντρικού κτιρίου, τη μίξη αναγεννησιακών στοιχείων και την ακατάλληλη χρήση των ρυθμών της αρχαιότητας. Η υποστήριξή του βασίστηκε στη δυναμική σύνθεση των όγκων και στους συνδυασμούς της διακοσμητικής του τέχνης. Ήταν πάντως φανερό ότι με τόσες αλλαγές και ανατροπές που μεσολάβησαν, δύσκολα μπορούσε κανείς να εκτιμήσει την αξία του έργου. Μεταπολεμικά διατηρήθηκαν οι ανάλογες επιφυλάξεις ενώ το συγκρότημα κηρύχτηκε διατηρητέο μνημείο. Πέρα όμως από την οποιαδήποτε αισθητική του αξιολόγηση, το Πολυτεχνείο της οδού Πατησίων απέκτησε συμβολική αξία όταν το 1973 αποτέλεσε την πρώτη εστία σπουδαστικής εξέγερσης στην Αθήνα ενάντια στην δικτατορία, επισπεύδοντας έτσι το τέλος της.
Το κεντρικό κτίριο, στην αρχική περίοδο της ιστορίας του, στέγασε διάφορες εκθέσεις, από τα αρχαιολογικά ευρήματα των ανασκαφών του Σλήμαν ως τα μνημεία του Αγώνα του 1821, μέρος του μετατράπηκε σε νοσοκομείο και τέλος στέγασε την Εθνική Πινακοθήκη, καθώς έλειπαν ακόμα ή δεν επαρκούσαν τα αντίστοιχα κτίρια στην Αθήνα. Αλλά και μεταγενέστερα, δεν έπαψε να δέχεται τροποποιήσεις και προσαρμογές σε νέες ανάγκες, όπως ήταν η δημιουργία αμφιθεάτρων στο ισόγειο, η διαμόρφωση οροφής στην αίθουσα τελετών και πιο πρόσφατα, η προσθήκη ημιορόφων σε διάφορους χώρους. Τα πρόσφατα έργα συντήρησης και αποκατάστασης του κτιρίου, που πραγματοποιήθηκαν, είχαν στόχο τη μερική επαναφορά του στην αρχική του κατάσταση, αναιρώντας διάφορες ενδιάμεσες αλλοιώσεις. Για το έργο της αποκατάστασης το κτίριο Αβέρωφ απέσπασε το μεγάλο βραβείο της Europa Nostra για το 2012.
Δημήτρης Φιλιππίδης,
Μάρτιος 2000