Ανταλλαγές Φοιτητών - Προγράμματα Erasmus


Η Σχολή Αρχιτεκτόνων μετέχει στο πρόγραμμα πανεπιστημιακών ανταλλαγών Erasmus από το 1988. Στην πρώτη φάση, που διήρκεσε ως το 1995, οι συνεργασίες προήλθαν από αντίστοιχες πρωτοβουλίες μελών ΔΕΠ, με βάση τις προσωπικές επαφές που διατηρούσαν με πανεπιστήμια ή πανεπιστημιακά δίκτυα του εξωτερικού. Ετσι υλοποιήθηκαν συνεργασίες με Σχολές Αρχιτεκτονικής και Πολεοδομίας, αλλά και Περιφερειακής Ανάπτυξης, Οικονομικής και Kοινωνικής Ανάλυσης του Χώρου, Ανθρωπολογίας, Γεωγραφίας και Οικονομικών, οι περισσότερες από τις οποίες εξακολουθούν να υφίστανται ως σήμερα. Από το 1996, το Erasmus εντάχθηκε στο ευρύτερο πρόγραμμα Socrates, που αφορά όλες τις βαθμίδες της (τριτοβάθμιας) εκπαίδευσης : προπτυχιακά, μεταπτυχιακά και διδακτορική διατριβή. Οι συνεργασίες διευρύνθηκαν, και πάλι με τη φροντίδα ορισμένων μελών ΔΕΠ, που εκτιμούσαν ότι ήταν σκόπιμο το άνοιγμα της Σχολής σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το συντονισμό του προγράμματος στις πρώτες αυτές φάσεις είχε η Ντίνα Βαϊου, καθηγήτρια.

Στα πλαίσια του Erasmus περιλαμβάνονται διάφορες δραστηριότητες, όπως αμοιβαίες μετακλήσεις βραχείας διαρκείας διδασκόντων ή οργάνωση εντατικών μαθημάτων και σεμιναρίων από δύο ή περισσότερες σχολές σε συνεργασία. Πυρήνας του προγράμματος, όμως, υπήρξε πάντοτε -και εξακολουθεί να είναι- οι ανταλλαγές σπουδαστών μεταξύ των συνεργαζομένων πανεπιστημιακών ιδρυμάτων. Αυτές βασίζονται σε διμερείς συμφωνίες, οι οποίες προβλέπουν συγκεκριμένο κατά περίπτωση αριθμό ατόμων και συγκεκριμένη χρονική διάρκεια φοίτησης, που κυμαίνεται από το ελάχιστο υποχρεωτικό διάστημα των τριών μηνών έως, το μέγιστο, δώδεκα μήνες, δηλαδή ένα ολόκληρο ακαδημαϊκό έτος. Για τους μήνες φοίτησης, αυτοδικαίως χορηγείται σε κάθε σπουδαστή υποτροφία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Τις υποτροφίες αυτές, το μηνιαίο ύψος των οποίων διαφοροποιείται ανάλογα με τη χώρα προορισμού, για την Ελλάδα διαχειρίζεται το Ιδρυμα Κρατικών Υποτροφιών.

Δικαίωμα συμμετοχής στο πρόγραμμα έχουν όλοι οι σπουδαστές έως τη στιγμή που θα χάσουν τη φοιτητική τους ιδιότητα. Από όλα όμως ανεξαιρέτως τα πανεπιστημιακά ιδρύματα συνιστάται (και πολλές φορές απαιτείται) να έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον τα δύο πρώτα έτη των σπουδών τους στη Σχολή από την οποία προέρχονται. Βέλτιστη χρονική στιγμή θεωρείται, σ’ έναν πενταετή κύκλο σπουδών, το τέταρτο έτος. Κεντρική ιδέα του προγράμματος είναι η δυνατότητα παρακολούθησης μαθημάτων στη Σχολή προορισμού, που θα θεωρηθούν αντίστοιχα -και θα αναγνωρισθούν ως ισότιμα- με συγκεκριμένα μαθήματα του προγράμματος σπουδών της Σχολής προέλευσης. Από την άλλη, η επιλογή των μαθημάτων που θα παρακολουθήσει ο σπουδαστής στη Σχολή που τον φιλοξενεί, μπορεί -υπό ορισμένες προϋποθέσεις- να ανεξαρτητοποιηθεί από τη διαδικασία αναγνώρισης και να είναι ελεύθερη σε αριθμό μαθημάτων, περιεχόμενο και επίπεδο σπουδών, ώστε να συσχετίζεται τόσο με τα προσωπικά ενδιαφέροντα του σπουδαστή όσο και με τον ιδιαίτερο προσανατολισμό της Σχολής προορισμού, που κάποτε είναι διαφορετικός από αυτόν της Σχολής προέλευσης. Στο βαθμό πάντως που προτίθεται κανείς να παρακολουθήσει μαθήματα για τα οποία θα ζητήσει ισοτίμηση και αναγνώριση, οφείλει να είναι προσεκτικός στην επιλογή των μαθημάτων αυτών από πλευράς συνάφειας περιεχομένου, απαιτήσεων και βαθμού δυσκολίας και να βρίσκεται σε συνεννόηση με τους αντίστοιχους διδάσκοντες της Σχολής προέλευσης. Σημειώνεται εδώ ότι για τους σπουδαστές της Σχολής Αρχιτεκτόνων υπάρχει η δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν το διάστημα της φοίτησης στο συνεργαζόμενο πανεπιστήμιο (και) για τη συλλογή υλικού και την επεξεργασία της διάλεξης ή και της διπλωματικής τους εργασίας υπό την παράλληλη επίβλεψη και των δύο Σχολών.

Για κάθε μία από τις συνεργασίες της Σχολής υπάρχει μέλος ΔΕΠ που έχει διαπραγματευθεί και υπογράψει τη διμερή συμφωνία και είναι ο ακαδημαϊκός υπεύθυνος της συνεργασίας αυτής. Το όλο πρόγραμμα συντονίζει η κ. Ειρήνη Εφεσίου, Kαθηγήτρια.

Η Σχολή, με δεδομένο το ενδιαφέρον που παρουσιάζει η συγκρότηση και εξέλιξη ενός τέτοιου δικτύου και επίσης τη μεγάλη συμμετοχή, όλα τα τελευταία χρόνια, των σπουδαστών της -που αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία των εξερχομένων σπουδαστών στο σύνολο των Σχολών του ΕΜΠ- στηρίζει τη διαδικασία, λειτουργώντας από το 2000 ειδικό γραφείο Erasmus, που συνεργάζεται στενά με το Κεντρικό Γραφείο Ευρωπαϊκών Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων του ΕΜΠ και αποτελεί σταθερό σημείο επαφής με τις Σχολές του εξωτερικού, αλλά και πληροφόρησης και καθοδήγησης για κάθε ενδιαφερόμενο ή συμμετέχοντα στο πρόγραμμα.