Οι κτιριακές επεκτάσεις
Είκοσι σχεδόν χρόνια μετά την αποπεράτωση των ιστορικών κτιρίων προς την οδό Πατησίων, άλλο ένα οικοδόμημα ήλθε να προστεθεί στην αντίθετη πλευρά του οικοπέδου, δηλαδή επί της οδού Μπουμπουλίνας. Ήταν το «Μηχανουργείο» (1879), κατασκευασμένο με δαπάνη του Γ.Αβέρωφ για την πρακτική εξάσκηση των Μηχανολόγων, διαμορφωμένο στη χαρακτηριστική εμφάνιση ενός βιομηχανικού κτίσματος. Το 1915 του προστέθηκε ένας όροφος όμως, λίγο μετά το 1950, κατεδαφίστηκε για να δώσει τη θέση του στο σημερινό κτίριο των «Ηλεκτρολόγων», που αποτελεί την ανατολική πτέρυγα των νεώτερων κτιρίων του Πολυτεχνείου. Από αυτά τα κτίρια το πρώτο ήταν εκείνο των Πολιτικών Μηχανικών (1920-32) επί της οδού Στουρνάρα, που πήρε το όνομα του καθηγητή Αγγελου Γκίνη, Διευθυντού τότε του Πολυτεχνείου, που πρωτοστάτησε στην ολοκληρωτική αναδιοργάνωση του Ιδρύματος μετά το 1916. Η μελέτη του κτιρίου «Γκίνη» έγινε από τον αρχιτέκτονα καθηγητή Κώστα Κιτσίκη και αποτελούσε την νότια πτέρυγα ενός ενιαίου συγκροτήματος μορφής Η (που όμως αργότερα άλλαξε για να πάρει την σημερινή, περισσότερο «κλειστή» διάταξη του συνόλου). Το κτίριο «Γκίνη» με τις ιστορικές του αίθουσες διδασκαλίας, τον κιονοστήρικτο προθάλαμο του κλιμακοστασίου στο ισόγειο, το δωρικό πρόπυλο στην είσοδο προς την οδό Στουρνάρα και τα πλαισιωμένα με κλασικές κορνίζες ανοίγματά του, προβάλλει στο σύνολό του μια «αρχαιοπρεπή» έκφραση. Κατά τον ίδιο τον Κιτσίκη αυτή η αρχιτεκτονική ήταν απαραίτητη προς τον σκοπό της μορφολογικής ένταξης του κτιρίου, με τα - γειτονικά του- μνημειακά δημιουργήματα του Λύσσανδρου Καυτατζόγλου. Το 1917 κατασκευάστηκε το ισόγειο πρόχειρο κτίσμα, που κατέλαβε μέρος της πρασσιάς επί της οδού Στουρνάρα, προκειμένου αυτό να στεγάσει τότε τη διδασκαλία των Χημικών.
Το 1947 πάρθηκε η απόφαση να συμπληρωθεί το συγκρότημα με το νέο κτίριο των Χημικών προς την οδό Τοσίτσα και - στη συνέχεια- την πτέρυγα των Ηλεκτρολόγων προς την οδό Μπουμπουλίνας. Το 1950 ξεκίνησαν, επί πρυτανείας Γεωργίου Κορωναίου, τα έργα για την πτέρυγα των Χημικών -όπου και το μέγα Αμφιθέατρο (ΜΑΧ). Την επόμενη δεκαετία ολοκληρώθηκαν και τα υπόλοιπα πολυώροφα οικοδομήματα, με τελευταίο την επέκταση του κτιρίου Γκίνη (και καθ' ύψος), ώστε να συμπληρωθεί το ανατολικό τμήμα του οικοδομικού τετραγώνου σε όλο το ανάπτυγμά του. Η μελέτη αυτών των κτιρίων οφείλεται στον καθηγητή Εμμανουήλ Κριεζή, του οποίου «ομόλογο» έργο είναι και η Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου, επί της οδού Σόλωνος, με το επίσης ιστορικό αμφιθέατρό της. Σε αυτά τα κτίρια ο Κριεζής εφάρμοσε πλαίσια οπλισμένου σκυροδέματος με μεγάλα ανοίγματα, σε ρυθμικές αποστάσεις μεταξύ τους. Γενικά η αρχιτεκτονική αυτή των κτιρίων απηχούσε τον λειτουργικό ορθολογισμό των αντίστοιχων γερμανικών προτύπων, προγενέστερης - πάντως- περιόδου.
Μετά την περιπέτεια της δικτατορίας (1967-74) και κατά τη διάρκεια των ταραχών του Οκτωβρίου 1991, πυρπολήθηκε το κτίριο της Πρυτανείας και καταστράφηκε η ανοδομή του. Αναστηλώθηκε αυτή τελικά στη σημερινή της μορφή, με την ουσιαστική συμβολή της Σχολής Αρχιτεκτόνων.
Προς το τέλος του 2006, με απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού, κηρύχθηκαν διατηρητέα, εκτός εκείνων του 19ου αιώνα που είχαν χαρακτηριστεί ως «μνημεία» και τα υπόλοιπα νεωτερικά κτίρια, με το αιτιολογικό - κυρίως- της ιστορικής σημασίας της.
Μάνος Μπίρης,
Μάρτιος 2007