Κεντρική δημοτική βιβλιοθήκη του Δήμου Αθηναίων
Η βιβλιοθήκες σήμερα βρίσκονται σε μια μεταβατική φάση από την αποχή των τυπωμένων βιβλίων προς μια ψηφιακή εποχή. Η διπλωματική εργασία αυτή προσπαθεί να δώσει μια απάντηση στα πολλά σχεδιαστικά και λειτουργικά ζητήματα τα οποία δημιουργούνται με αυτήν την διαδικασία επαναπροσδιορισμού του ρόλου που έχουν οι βιβλιοθήκες στην σημερινή κοινωνία.
Η πρότασή μου για την δημιουργία ενός καινούργιου κτιρίου την κεντρικής δημοτικής βιβλιοθήκης του Δήμου Αθηναίων τοποθετείται σε ένα άδειο οικόπεδο, 1000 τμ. περίπου, πάνω στην λεωφόρο Αλεξάνδρας. Εκτός από τα λειτουργικά ζητήματα στο εσωτερικό της βιβλιοθήκης, ο σχεδιασμός του κτιρίου προσπαθεί να δώσει απαντήσεις και στα ζητήματα ένταξης ενός δημόσιου κτιρίου σε ένα πυκνοδομημένο αστικό ιστό, την σχέση του με τα γειτονικά κτίρια και τον ακάλυπτο χώρο, αντιμετώπιση της συνέχειας του ενιαίου μετώπου που δημιουργούν οι προσόψεις στην λεωφόρο Αλεξάνδρας και της 5ης όψης, τον βιοκλιματικό σχεδιασμό κ.α.
Οι λειτουργίες της βιβλιοθήκης λόγω της θέσης και του μεγέθους του οικοπέδου, έπρεπε να αναπτύσσονται σε ύψος. Στο ισόγειο και το 1ο υπόγειο έχουμε την υποδοχή, τα γραφεία προσωπικού, την καφετέρια, τις υπηρεσίες internet και το αμφιθέατρο μαζί με τους αντίστοιχους βοηθητικούς χώρους. Αυτή η ενότητα είναι σχεδιασμένη έτσι ώστε να μπορεί να λειτουργεί και ανεξάρτητα από τους κυρίους χώρους της βιβλιοθήκης οι οποίοι είναι στα πάνω επίπεδα. Ξεχωριστό στοιχείο της σύνθεσης του κτιρίου αποτελεί το παιδικό τμήμα στον 1ο όροφο, τονίζοντας έτσι την ιδιαίτερη σημασία που έχει αυτό το τμήμα για τις λαϊκές βιβλιοθήκες. Η καρδιά της βιβλιοθήκης είναι η περιοχή των αναγνωστηρίων και των ανοιχτών βιβλιοστασίων με τον κυρίαρχο στοιχείο τις ράμπες. Οι ράμπες ενώνουν τα τρία επίπεδα των αναγνωστηρίων με την συνεχή κίνηση, η οποία προβάλλεται και στην πρόσοψη του κτιρίου. Με αυτόν τον τρόπο η βιβλιοθήκη αποκαλύπτεται στην πόλη και δηλώνει ότι είναι ανοιχτή σε όλους τους ανθρώπους που αναζητούν μια όαση γνώσης μέσα στην Αθήνα.