Αίτηση ακύρωσης της απόφασης για μεταφορά θέσης εισαγωγής σπουδαστών

Ημερομηνία: 
Τρίτη 02.12.2014

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΑΙΤΗΣΗ ΑΚΥΡΩΣΗΣ

 

1. Της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νομίμως.

2. Του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που εδρεύει στην Πανεπιστημιούπολη Θεσσαλονίκης και εκπροσωπείται νομίμως.

3.Της Ελένης Μαΐστρου, υπό την ιδιότητα του μέλους ΔΕΠ και της Κοσμήτορα της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.

4. Του Νικολάου Καλογήρου, υπό την ιδιότητα του μέλους ΔΕΠ και του Κοσμήτορα του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης

5. Του Γεωργίου Αγγελή, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

6. Του Μηνά Αγγελίδη, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

7. Του Τηλέμαχου Ανδριανόπουλου, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

8. Της Σοφίας Αυγερινού – Κολώνια, Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

9. Της Κωνσταντίνας Βαϊου, Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

10. Του Παναγιώτη Βασιλάτου, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

11. Της Θεοδώρας Βουτσινά, Επίκουρης Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

12. Του Γεωργίου Γενίτσαρη, Επίκουρου Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

13. Της Βασιλικής Γιαννούτσου, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

14.Του Βασιλείου Γκανιάτσα, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

15. Της Μαργαρίτας Γραφάκου, Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

16. Του Ιωάννη Γρηγοριάδη, Επίκουρου Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

17. Της Κωνσταντίνας Δεμίρη, Αναπληρώτριας Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

18. Της Μελίτας Εμμανουήλ, Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

19. Της Ειρήνης Εφεσίου, Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

20. Του Ιωάννη -  Στράτου Ζαχαριάδη, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

21. Του Ηλία Ζαχαρόπουλου, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

22. Του Δημητρίου Ησαϊα, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

23.Της Παναγιώτας Θεοδωρά, Επίκουρης Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

24. Του Κωνσταντίνου Καραδήμα, Επίκουρου Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

25. Της Κωνσταντίνας Καρβουντζή, Επίκουρης Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

26. Του Δημητρίου Καρύδη, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

27.Του Μιλτιάδη Κατσαρού, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

28. Της Μαρίας Καφρίτσα, Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

29. Του Ιωάννη Κίζη, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

30.Της Ειρήνης Κλαμπατσέα, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

31. Του Λεωνίδα Κουτσούμπου, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

32.Της Παναγιώτας Κουτρολίκου, Επίκουρης Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

33.Της Έλενας Κωνσταντινίδου, Επίκουρης Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

34. Της Σταυρούλας Λάββα, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

35. Της Σταυρούλας Λυκογιάννη, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

36.Της Ελένης Μάντζιου, Επίκουρης Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

37.Της Νέλλης Μάρδα, Αν. Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

38.Της Γεωργίας Μαρίνου, Αν. Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

39. Της Μαρίας Μαρλάντη, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

40. Του Εμμανουήλ Μικράκη, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

41. Της Ειρήνης Μίχα, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

42. Του Νικολάου Μπελαβίλα, Επίκουρου Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

43. Της Φλώρας Μπουγιατιώτη, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

44. Του Κωνσταντίνου Μωραϊτη, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

45. Της Δήμητρας Νικολάου, Επίκουρης Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

46.Του Κωνσταντίνου Ντάφλου, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

47. Του Αναστασίου Παπαϊωάννου, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

48. Της Νίνας Παππά, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

49. Του Γεωργίου Παρμενίδη, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

50. Του Σπυρίδωνος Ρογκάν, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

51. Του Κωνσταντίνου Σερράου, Αν. Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

52. Του Νικολάου Τερζόγλου, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

53. Του Παναγιώτη Τουρνικιώτη, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

54. Του Κωνσταντίνου Τσιαμπάου, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

55. Της Σοφίας Τσιράκη, Επίκουρης Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

56. Της Ελένης Χανιώτου, Επίκουρης Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

57. Της Σόνιας Χαραλαμπίδου – Διβάνη, Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

58. Της Ελένης Αλεξάνδρου, Επίκουρης Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

59. Του Ιωάννη Βενέρη, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

60. Της Αριάδνης Βοζάνη, Επίκουρης Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

61. Του Γεωργίου Γυπαράκη, Επίκουρου Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

62. Του Σταύρου Γυφτόπουλου, Επίκουρου Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

63. Του Χρήστου Δεληγιάννη, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

64. Της Χαριτωμένης Καλαϊτζίδου, Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

65. Του Εμμανουήλ Κορρέ, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

66. Του Ανδρέα Κούρκουλα, Αν.Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

67. Της Ιφιγένειας Μάρη, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

68. Της Μαρίας Μάρκου, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

69. Του Δημητρίου Μέλισσα, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

70. Της Ευανθίας Ξένου, Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

71. Του Αθανασίου Παγώνη, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

72. Του Ματθαίου Παπαβασιλείου, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

73. Του Δημητρίου Παπαλεξόπουλου, Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

74. Του Δημητρίου Σεβαστάκη, Αναπληρωτή Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

75. Του Σταύρου Σταυρίδη, Αναπληρωτή Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

76. Της Αθηνάς Σταυρίδου, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

77. Της Αλεξάνδρας Σωρηροπούλου, Αν. Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

78. Της Ελευθερίας Τσακανίκα, Λέκτορος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

79. Του Βασιλείου Τσούρα, Επίκουρου Καθηγητή της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

80. Της Ειρήνης Φατσέα, Επίκουρης Καθηγήτριας της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

81. Της Σταματίνας Μικρού, μέλους ΕΕΠ της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

82. Του Βασίλη Χατζηβασιλείου, μέλους ΕΔΙΠ της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

83. Της Ελευθερίας Βαρουχάκη, μέλους ΕΤΕΠ της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

84. Του Νικολάου Ζάβρα, μέλους ΕΤΕΠ της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

85. Της Ευαγγελίας Αθανασίου, επίκουρης Καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

86. Της Αλεξάνδρας Αλεξοπούλου, αναπληρώτριας Καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

87. Του Άγι Αναστασιάδη, Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

88. Της Τατιάνας Ανδρεάδου – Καλλιπολίτου, Καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

89. Της Μαρίας Αρακαδάκη, αναπληρώτριας Καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

90. Της Φανής Βαβύλη – Τσινίκα, Καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

91. Του Κωνσταντίνου Βαρώτσου, Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

92. Του Σταύρου Βεργόπουλου, Επίκουρου Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

93. Της Μαρίας Βογιατζάκη, αναπληρώτριας Καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

94. Της Χ. Γυιόκα, επίκουρης Καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

95. Της Μαρίας Δούση, Λέκτορος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

96. Του Κωνσταντίνου Ιωαννίδη, Επίκουρου Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

97. Της Κωνσταντίνας Καλαρά, Λέκτορος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

98. Του Αποστόλου Καλφόπουλου, Λέκτορος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών,της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

99. Του Connena (Κονέννα) Claudio  (Κλαούντιο) , Επίκουρου Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

100. Της Στυλιανής Λεφάκη, Λέκτορος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

101. Του Μιχαήλ Μαλινδρέτου, Αναπληρωτή Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

102. Του Δημητρίου Ξενόγλου, Επίκουρου Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

103. Της Αλκμήνης Πάκα, Επίκουρης Καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

104. Του Σπύρου Παπαδημητρίου, Λέκτορος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

105. Της Αρίστης Παπαδημητρίου, Καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

106. Του Γεωργίου Παπακώστα, Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

107. Του Κωνσταντίνου Σακαντάμη, Λέκτορος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

108. Της Μαλαματένιας Σκαλτσά, Καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

109. Του Κωνσταντίνου – Βίκτωρος Σπυριδωνίδη, Αναπληρωτή Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

110. Του Αναστασίου Τέλλιου, Επίκουρου Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

111. Της Ευαγγελίας Τεντοκάλη - Σκούρτη, Καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

112. Της Μαρίας Τρατσέλα, Λέκτορος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

113. Του Νικολάου Τσινίκα, Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

114. Της Κυριακής Τσουκαλά, Καθηγήτριας του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

115. Του Δημητρίου Φράγκου, Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

116. Της Χάρις Χριστοδούλου, Λέκτορος του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

117. Του Ευάγγελου Χρυσαφίδη, Επίκουρου Καθηγητή του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ.

 

ΚΑΤΑ

Του Ελληνικού Δημοσίου, όπως νομίμως εκπροσωπείται από τον Υπουργό Παιδείας, δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, που κατοικοεδρεύει στο Μαρούσι Αττικής επί της Λεωφόρου  Ανδρέα Παπανδρέου αρ. 37.

 

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΚΥΡΩΣΗ

 

1. Της υπ’ αριθ. Φ1/161753/Β3 (ΦΕΚ 2665 Β’/ 8.10.2014) απόφασης του Υπουργού Παιδείας, δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, με θέμα «Ρύθμιση θεμάτων για τη μεταφορά θέσης εισαγωγής Πολυτέκνων, Τριτέκνων και Ειδικών Κατηγοριών».

2. Της υπ’ αριθ. Φ1/161748/Β3 (ΦΕΚ 2665, Β’/ 8.10.2014) απόφασης του Υπουργού Παιδείας, δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, με θέμα «Ρύθμιση θεμάτων για τη μεταφορά θέσης εισαγωγής με οικονομικά κριτήρια του σχολικού έτους 2013−2014 στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση σύμφωνα με το άρθρο 47 του Ν. 4274/2014 (Α΄ 147)».

 

3. Κάθε άλλης συναφούς πράξης ή παράλειψης της Διοίκησης.

 

******************************************

 

Α. ΙΣΤΟΡΙΚΟ

 

1. Η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ανήκει στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (εφεξής «ΕΜΠ»). Στις αρχές κάθε ακαδημαϊκού έτους κατά τα τελευταία δέκα χρόνια, η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών εισηγείται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσής της, προς το Υπουργείο Παιδείας ότι μπορεί να δεχθεί για το επόμενο ακαδημαϊκό έτος από εξήντα (60) έως ογδόντα (80) σπουδαστές, αφού λάβει υπόψη τον αριθμό μελών ΔΕΠ και διοικητικών υπαλλήλων, την υλικοτεχνική υποδομή, τον τακτικό προϋπολογισμό της και τις γενικότερες συνθήκες που καθορίζουν την οργάνωση και λειτουργία της Σχολής.

Ειδικότερα:

α) Κατά το ακαδημαϊκό έτος 2004-2005 υπηρετούσαν στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ εκατόν έξι (106) μέλη ΔΕΠ, κατά το ακαδημαϊκό έτος 2009-2010 υπηρετούσαν ογδόντα οκτώ (88), κατά το τρέχον ακαδημαϊκό έτος 2014-2015 υπηρετούν πλέον εβδομήντα επτά (77) και κατά το ακαδημαϊκό έτος 2018-2019 θα υπηρετούν πενήντα οκτώ (58), εφόσον δεν προκηρύσσονται νέες θέσεις για το διορισμό νέων μελών ΔΕΠ.

β) Το διοικητικό προσωπικό μειώθηκε από τριάντα δύο (32) άτομα που υπηρετούσαν το 2010, σε επτά (7) άτομα που υπηρετούν σήμερα και εξυπηρετούν το σύνολο των προπτυχιακών πενταετούς φοίτησης, μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδαστών στους τέσσερις τομείς και τα εικοσιένα εργαστήρια της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ.

γ) Η χρηματοδότηση του ΕΜΠ και κατ’ επέκταση της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών μειώθηκε κατά 33% (σε σχέση με τον τακτικό προϋπολογισμό του 2010), με άμεση συνέπεια να καλύπτονται πλέον μόνο τα απολύτως βασικά έξοδα για φως, νερό, καθώς και οι ανελαστικές δαπάνες.

δ) Σύμφωνα με το άρθρο 6 παρ. 2.8 του Κανονισμού του ΕΜΠ, που εγκρίθηκε με την υπ’ αριθμ. Φ1/232/Β1/404 απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων (ΦΕΚ 1098Β/5.09.2000), για τα θεωρητικά μαθήματα «επιβάλλεται η κατάτμηση των εγγεγραμμένων για πρώτη φορά σε ένα μάθημα φοιτητών σε τμήματα ονομαστικής δύναμης 80 το πολύ φοιτητών ανά διδάσκοντα».

 

2. Το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ανήκει στην Πολυτεχνική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης (εφεξής «ΑΠΘ»). Στις αρχές κάθε ακαδημαϊκού έτους κατά τα τελευταία πέντε χρόνια, το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών εισηγείται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσής του, προς το Υπουργείο Παιδείας ότι μπορεί να δεχθεί για το επόμενο ακαδημαϊκό έτος εκατό (100) σπουδαστές, αφού λάβει υπόψη τον αριθμό μελών ΔΕΠ και διοικητικών υπαλλήλων, την υλικοτεχνική υποδομή, τον τακτικό προϋπολογισμό του και τις γενικότερες συνθήκες που καθορίζουν την οργάνωση και λειτουργία του Τμήματος.

 

Ειδικότερα:

α) Κατά το ακαδημαϊκό έτος 2004-2005 υπηρετούσαν στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ ογδόντα (80) μέλη ΔΕΠ, κατά το ακαδημαϊκό έτος 2009-2010 υπηρετούσαν εξήντα οκτώ (68), κατά το τρέχον ακαδημαϊκό έτος 2014-2015 υπηρετούν πλέον τριάντα εννέα (39) και κατά το ακαδημαϊκό έτος 2018-2019 θα υπηρετούν είκοσι τρία (23), εφόσον δεν προκηρύσσονται νέες θέσεις για το διορισμό νέων μελών ΔΕΠ.

β) Το διοικητικό προσωπικό μειώθηκε από εικοσιπέντε (25) άτομα που υπηρετούσαν το 2010, σε επτά (7) άτομα που υπηρετούν σήμερα και εξυπηρετούν το σύνολο των προπτυχιακών πενταετούς φοίτησης, μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδαστών στους πέντε τομείς και τα εννέα εργαστήρια του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ.

γ) Η χρηματοδότηση της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ και κατ’ επέκταση του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών μειώθηκε κατά 80,45% (σε σχέση με τον τακτικό προϋπολογισμό του 2010), με άμεση συνέπεια να καλύπτονται πλέον με πολύ μεγάλη δυσκολία μόνο τα απολύτως βασικά έξοδα για φως και νερό.

 

3. Η διδασκαλία που παρέχουν τα μέλη του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού των ως άνω Σχολών Αρχιτεκτόνων Μηχανικών επικεντρώνεται κυρίως στη θεωρητική και σχεδιαστική προσέγγιση της αρχιτεκτονικής επιστήμης σε όλες τις κλίμακες του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, οι οποίες εκτείνονται από τη μικρή κλίμακα του εσωτερικού χώρου μέχρι τη μεγάλη κλίμακα του αστικού χώρου. Το βασικό μάθημα των Σχολών αυτών είναι η αρχιτεκτονική και πολεοδομική σύνθεση που κατανέμεται σε όλα τα έτη και με βάση το ωρολόγιο πρόγραμμα πρέπει να διαρκεί από τρεις έως τέσσερις ώρες. Ωστόσο σήμερα, λόγω του υπερβολικά μεγάλου αριθμού σπουδαστών, το εργαστηριακό αυτό μάθημα διαρκεί από έξι έως οκτώ ώρες, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται προβλήματα στην απρόσκοπτη διεξαγωγή των υπολοίπων μαθημάτων του ωρολογιακού προγράμματος.

 

 

4. Ενώ υφίσταται η πραγματική αυτή κατάσταση στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ, ο αριθμός των εισερχομένων σπουδαστών, από τους εξήντα (60) που ζήτησε κατά το τρέχον ακαδημαϊκό έτος η Σχολή, αυξήθηκε σε τουλάχιστον διακόσιους ογδόντα εννέα (289) [135 με απευθείας εισαγωγή μέσω πανελληνίων εξετάσεων, 1 σεισμόπληκτος εκ Κεφαλονιάς, 2 από Εσπερινό Λύκειο, 17 αλλοδαποί – αλλογενείς, 7 ομογενείς   8 ασθενείς 5% - εισαγωγή μόνο με απολυτήριο, 6 αθλητές, 99 αιτηθέντες μεταφορά θέσης βάσει της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης και 14 που θα λάβουν μεταφορά θέσης βάσει της δεύτερης προσβαλλόμενης πράξης (ποσοστό 10% επί του αριθμού των εισακτέων). Σε αυτούς προστίθεται επιπλέον αριθμός σπουδαστών που αντιστοιχεί σε ποσοστό 12% επί του αριθμού εισακτέων, ο οποίος θα προέλθει από κατατακτήριες εξετάσεις.

 

Στο δε Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ, ο αριθμός των εισερχομένων σπουδαστών, από τους εξήντα (100) που ζήτησε κατά το τρέχον ακαδημαϊκό έτος το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΑΠΘ, αυξήθηκε σε τουλάχιστον διακόσιους δέκα τέσσερις (214) [125 με απευθείας εισαγωγή μέσω πανελληνίων εξετάσεων, 1 σεισμόπληκτος εκ Κεφαλονιάς, 1 από Εσπερινό Λύκειο, 15 αλλοδαποί – αλλογενείς, 4 ομογενείς   6 ασθενείς 5% - εισαγωγή μόνο με απολυτήριο, 2 αθλητές και 47 αιτηθέντες μεταφορά θέσης βάσει της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης και 13 που θα λάβουν μεταφορά θέσης βάσει της δεύτερης προσβαλλόμενης πράξης (ποσοστό 10% επί του αριθμού των εισακτέων). Σε αυτούς προστίθεται επιπλέον αριθμός σπουδαστών που αντιστοιχεί σε ποσοστό 12% επί του αριθμού εισακτέων, ο οποίος θα προέλθει από κατατακτήριες εξετάσεις.

 

5. Με τις προσβαλλόμενες πράξεις προβλέφθηκε η εγγραφή των σπουδαστών που αιτήθηκαν φέτος τη μεταφορά θέσης εισαγωγής στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ. Η μεταφορά αυτή αφορά: α) την κατάληψη θέσης εισαγωγής στη Σχολή σπουδαστών που ανήκουν σε ειδικές κατηγορίες (πολύτεκνοι, τρίτεκνοι, τέκνα με αδελφό ήδη φοιτητή, ορφανοί, τέκνα, αδέλφια ή σύζυγοι ατόμων με αναπηρία, τέκνα θυμάτων τρομοκρατίας, πολύδυμα τέκνα ή με αδελφό που εισήχθη στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με διάκριση) και β) την κατάληψη θέσης εισαγωγής στη Σχολή σπουδαστών που πληρούν ορισμένα οικονομικά κριτήρια.

 

Ειδικότερα, το άρθρο του 53 του ν. 4264/2014 προβλέπει: «1. Από το ακαδημαϊκό έτος 2014-2015 οι επιτυχόντες σε θέση εισαγωγής σε Σχολή ή Τμήμα της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης που είναι: α) πολύτεκνοι, κατά την έννοια του άρθρου 1 του ν. 1910/1944 (Α`229), όπως αντικαταστάθηκε με την παρ. 1 του άρθρου 6 του ν. 3454/2006 (Α`75), καθώς και τέκνα των ανωτέρω πολυτέκνων, β) γονείς ή τέκνα πολυμελών οικογενειών με τρία ζώντα τέκνα από νόμιμο γάμο ή νομιμοποιηθέντα ή νομίμως αναγνωρισθέντα ή υιοθετηθέντα, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων άγαμων μητέρων με τρία μη αναγνωρισθέντα ζώντα τέκνα και γ) επιτυχόντες: γ.α.) με αδελφό ή αδελφή, ενεργό φοιτητή του πρώτου κύκλου σπουδών, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 του ν. 4009/2011 (Α` 195), εφόσον δεν είναι ήδη κάτοχος πτυχίου, μεταπτυχιακού ή διδακτορικού τίτλου, που φοιτά σε Πανεπιστήμιο ή Τ.Ε.Ι. ή στις Ανώτατες Εκκλησιαστικές Ακαδημίες ή στην Ανώτατη Σχολή Παιδαγωγικής και Τεχνολογικής Εκπαίδευσης (Α.Σ.ΠΑΙΤ.Ε.), καθώς και στις Ανώτερες Σχολές Τουριστικής Εκπαίδευσης του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού διαφορετικής πόλης της μόνιμης κατοικίας των γονέων τους, γ.β.) ορφανοί από τον ένα ή και από τους δύο γονείς ή τέκνα άγαμης μητέρας με ένα ή δύο μη αναγνωρισθέντα τέκνα, γ.γ.) με γονείς, τέκνα, αδέλφια, συζύγους που είναι τυφλοί ή κωφάλαλοι ή νεφροπαθείς, που υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση ή πάσχουν από μυϊκή δυστροφία Duchenne ή ανήκουν στην κατηγορία ατόμων ειδικών αναγκών επειδή έχουν κινητικά προβλήματα οφειλόμενα σε αναπηρία άνω του 67%, και αποδεικνύονται με πιστοποιητικά αναπηρίας του οικείου Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕΠΑ), γ.δ.) τέκνα των θυμάτων της τρομοκρατίας που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 1 του ν. 1897/1990 (Α` 120), γ.ε) πολύδυμα τέκνα ή επιτυχόντες αδελφοί εφόσον συμμετέχουν στις πανελλαδικές εξετάσεις εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση το ίδιο έτος ή έστω το ένα τέκνο εισήχθη στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με διάκριση στη Βαλκανική ή τη Διεθνή Ολυμπιάδα Μαθηματικών, Πληροφορικής, Φυσικής ή Χημείας ή Βιολογίας, δικαιούνται τη μεταφορά της θέσης εισαγωγής τους σε αντίστοιχη Σχολή ή Τμήμα  Πανεπιστημίου, εφόσον πέτυχαν σε Πανεπιστήμιο ή σε αντίστοιχη Σχολή ή Τμήμα Τ.Ε.Ι., εφόσον πέτυχαν σε Τ.Ε.Ι. […] Σε περίπτωση που οι αντίστοιχες Σχολές ή Τμήματα ΑΕΙ είναι περισσότερες από μία ανά Περιφέρεια, οι δικαιούχοι μεταφοράς θέσης οφείλουν να τις δηλώσουν όλες κατά σειρά προτίμησης. Η επιλογή των επιτυχόντων ανά Σχολή ή Τμήμα γίνεται βάσει των μορίων εισαγωγής τους και τη δηλωθείσα σειρά προτίμησης. Η κατανομή των θέσεων θα γίνει ισάριθμα για τις αντίστοιχες Σχολές ή Τμήματα, σύμφωνα με το συνολικό αριθμό των κατατεθεισών αιτήσεων που πληρούν τις προϋποθέσεις της παρούσας παραγράφου. 2. Η κατά τα ανωτέρω μεταφορά της θέσης πραγματοποιείται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Τμήματος υποδοχής. 3. Οι δικαιούχοι μεταφοράς δύνανται να υποβάλουν σχετική αίτηση προς το Τμήμα υποδοχής. 4. Η διαδικασία για την υποβολή των αιτήσεων, τη μεταφορά της θέσης εισαγωγής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων. 6. Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου αφορά στους επιτυχόντες που έλαβαν μέρος στις εξετάσεις πανελλαδικού επιπέδου του σχολικού έτους 2013-2014 και εντεύθεν». Κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 4 του ως άνω άρθρου εκδόθηκε η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη.

Περαιτέρω, το άρθρο 47 του ν. 4274/2014 ορίζει: «1. Επιπλέον των προβλεπομένων στο άρθρο 53 του Ν. 4264/2014, όλοι οι επιτυχόντες που έλαβαν μέρος στις εξετάσεις πανελλαδικού επιπέδου του σχολικού έτους 2013- 2014 και κατετάγησαν σε θέση εισαγωγής σε σχολή ή τμήμα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, τεκμαίρεται ότι έχουν δικαίωμα μεταφοράς της θέσης εισαγωγής τους σε αντίστοιχη σχολή ή τμήμα, εφόσον, κατά το έτος 2013, το ετήσιο εισόδημα του δυνητικά δικαιούχου και των μελών της οικογένειάς του δεν ξεπερνά το ποσό των εννέα χιλιάδων (9.000) ευρώ κατά κεφαλή. 2. Η μεταφορά της θέσης πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων και επιτρέπεται μόνο σε αντίστοιχη σχολή ή τμήμα από Πανεπιστήμιο σε Πανεπιστήμιο ή από ΤΕΙ σε ΤΕΙ. Ο αριθμός των μεταφερομένων θέσεων δεν επιτρέπεται να ξεπερνά ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του αριθμού των εισακτέων ανά σχολή ή τμήμα. 3. Οι δικαιούχοι μεταφοράς δύνανται να υποβάλουν σχετική αίτηση στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων για ένα (1) αντίστοιχο Σχολή ή Τμήμα Πανεπιστημίου ή ΤΕΙ. 4. Κριτήρια κατάταξης των δυνητικά δικαιούχων ανά σχολή ή τμήμα είναι με σειρά προτεραιότητας τα παρακάτω: α) Το κατά κεφαλήν εισόδημα του δικαιούχου και των μελών της οικογένειάς του κατά το έτος 2013 κατά αύξουσα κατανομή και β) σε περίπτωση ίδιου ποσού εισοδήματος, τα μόρια εισαγωγής των δυνητικά δικαιούχων κατά φθίνουσα σειρά κατάταξης. 5. Αμοιβαία μεταφορά θέσης εισαγωγής χωρίς τον περιορισμό εισοδηματικού κριτηρίου ή κριτηρίου ποσόστωσης επιτρέπεται σε αντίστοιχη σχολή ή τμήμα από Πανεπιστήμιο σε Πανεπιστήμιο ή από ΤΕΙ σε ΤΕΙ. Η αμοιβαία μεταφορά θέσης δεν επιτρέπεται από και προς σε Πανεπιστήμια και ΤΕΙ των νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης. 6. Η διαδικασία για την υποβολή αιτήσεων, τη μεταφορά της θέσης εισαγωγής, η εξειδίκευση των κριτηρίων χορήγησης της μεταφοράς, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων». Κατ’ εξουσιοδότηση της παραγράφου 6 του ως άνω άρθρου εκδόθηκε η δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη.

 

Β. ΛΟΓΟΙ ΑΚΥΡΩΣΗΣ

 

1.1. Η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη, με αντικείμενο τη ρύθμιση των ζητημάτων που αφορούν τη μεταφορά θέσης εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση των πολυτέκνων, τριτέκνων και των λοιπών σπουδαστών ειδικών κατηγοριών, εκδόθηκε με βάση τη νομοθετική εξουσιοδότηση της παρ. 4 του άρθρου 53 του ν. 4264/2014, σύμφωνα με την οποία «η διαδικασία για την υποβολή των αιτήσεων, τη μεταφορά της θέσης εισαγωγής, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου καθορίζεται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων».

 

Αυτή η νομοθετική εξουσιοδότηση είναι επιτρεπτή σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος, όταν η διαδικασία της μεταφοράς θέσης εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αποτελεί ζήτημα λεπτομερειακού χαρακτήρα και ως εκ τούτου, νομίμως ρυθμίζεται με κανονιστική πράξη της Διοίκησης και ειδικότερα με υπουργική απόφαση. Ωστόσο, η εξουσιοδότηση που παρέχεται στο πλαίσιο του άρθρου 43 παρ. 2 του Συντάγματος πρέπει να είναι ειδική, ορισμένη και εντός των ορίων του νόμου.

 

1.2. Σύμφωνα δε με τη νομολογία του Δικαστηρίου Σας, ως ορισμένη νοείται η νομοθετική εξουσιοδότηση όταν υπάρχουν επαρκή κριτήρια και κατευθύνσεις που καθορίζουν το πλαίσιο της ρύθμισης των θεμάτων τα οποία αφορά (ΣτΕ 2309/92, 2304/95, 478/89). Η δε εξουσιοδοτική διάταξη πρέπει να ερμηνεύεται σύμφωνα με το Σύνταγμα, τόσο από την άποψη του καθορισμού του αντικειμένου της όσο και από την άποψη των προϋποθέσεων και κριτηρίων για τη θέσπιση των επιτρεπόμενων κανονιστικών ρυθμίσεων (ΣτΕ 1741/2006). Όταν δεν πληρούνται οι ανωτέρω προϋποθέσεις, η νομοθετική εξουσιοδότηση κρίνεται ως γενική και αόριστη και οι κανονιστικές πράξεις που έχουν εκδοθεί βάσει αυτής πάσχουν ακυρότητα (ΣτΕ 360/2009). Μάλιστα, για το ζήτημα της θέσπισης με νομοθετική εξουσιοδότηση των κριτηρίων βάσει των οποίων διενεργούνται οι μετεγγραφές των φοιτητών σε ΑΕΙ, το Συμβούλιο της Επικρατείας έχει κρίνει ότι «τα  κριτήρια της επιλογής, για τις μετεγγραφές ή τις κατατάξεις, πρέπει να ρυθμίζονται και προσδιορίζονται κατά τις  κύριες και  βασικές επιλογές στο ίδιο το κείμενο του νόμου και δεν μπορεί να αποτελέσουν, χωρίς τη χάραξη ειδικού πλαισίου, αντικείμενο νομοθετικής εξουσιοδοτήσεως» (ΣτΕ 480/1989).

 

1.3. Στην προκειμένη περίπτωση, με τη διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 53 του ν. 4264/2014 παρέχεται στον αρμόδιο Υπουργό Παιδείας, δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων η εξουσία να θεσπίσει τη διαδικασία μετεγγραφής φοιτητών σε Σχολές και Τμήματα. Ωστόσο, στο άρθρο 53 του παραπάνω  νόμου, δεν προβλέπονται ποιοτικά και κυρίως ποσοτικά κριτήρια με βάση τα οποία θα διεξαχθεί η επιλογή μεταξύ των δυνητικά δικαιούχων τη μεταφορά θέσης. Αντιθέτως, το άρθρο ορίζει ότι «δικαιούνται τη μεταφορά της θέσης εισαγωγής τους σε αντίστοιχη Σχολή ή Τμήμα Πανεπιστημίου, εφόσον πέτυχαν σε Πανεπιστήμιο ή σε αντίστοιχη Σχολή ή Τμήμα Τ.Ε.Ι., εφόσον πέτυχαν σε Τ.Ε.Ι.». Δηλαδή, προβλέπεται η αποδοχή όλων των αιτήσεων ως συνέπεια της ιδιότητας αυτών ως πολύτεκνων, τρίτεκνων, τέκνων με αδελφό ήδη φοιτητή, ορφανών, τέκνων, αδελφών ή συζύγων ατόμων με αναπηρία, τέκνων θυμάτων τρομοκρατίας, πολύδυμων τέκνων ή με αδελφό που εισήχθη στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με διάκριση.

 

1.4. Περαιτέρω, τέτοια κριτήρια δεν συνάγονται ούτε από την αιτιολογική έκθεση του νόμου, η οποία δεν θεμελιώνει τους ιδιαίτερους εκείνους λόγους θέσπισης του κανονιστικού περιεχομένου αυτών των διατάξεων εισαγωγής σπουδαστών με μετεγγραφές στα Ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και σε κάθε περίπτωση, δεν αναφέρει την εκπόνηση ειδικής μελέτης για το σκοπό αυτό.

 

Η υποχρέωση του δικαιώματος μετεγγραφής στους σπουδαστές με μόνη προϋπόθεση τη συνδρομή στο πρόσωπο των ιδίων ή των οικογενειών τους αποκλειστικά μίας συγκεκριμένης ιδιότητας, χωρίς την πρόβλεψη των ελάχιστων ικανών κριτηρίων που απαιτούνται από το Σύνταγμα προκειμένου να καθίσταται ορισμένη μία εξουσιοδοτική διάταξη, καθιστούν την υπό κρίση εξουσιοδοτική διάταξη του ν. 4264/2014 γενική και αόριστη και συνεπώς αντίθετη με το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος.

 

Ως εκ τούτου, η πρώτη προσβαλλόμενη κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσα υπουργική απόφαση καθίσταται  ακυρωτέα λόγω έλλειψης νομίμου ερείσματος.

 

2.1. Σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, το οποίο κατοχυρώνει την αρχή της ισότητας, επιβάλλεται η ομοιόμορφη μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό τις αυτές ή παρόμοιες συνθήκες και αποκλείεται η έκδηλα άνιση μεταχείριση αυτών, είτε με τη μορφή προνομίου μη συνδεομένου προς αξιολογικά κριτήρια είτε με τη μορφή της επιβολής  αδικαιολόγητης επιβάρυνσης, καθώς επίσης αποκλείεται η αυθαίρετη εξομοίωση  διαφορετικών καταστάσεων ή η ενιαία μεταχείριση προσώπων που τελούν υπό διαφορετικές συνθήκες, με βάση τυπικά ή άσχετα μεταξύ τους κριτήρια.

 

Περαιτέρω, το άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος κατοχυρώνει την αρχή της αξιοκρατίας, ήτοι το δικαίωμα κάθε προσώπου να αναπτύσσει ελεύθερα την προσωπικότητά του και να συμμετέχει στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας κατά το λόγο της προσωπικής του αξίας (ΣτΕ 1607/2012, 4091/2012, 2756/2011, 2738/2010, 2462/2010, 1316/2009, 583/2008, 3593/2008, 1665/2005, 2396/2004). Επίσης, το άρθρο 16 του Συντάγματος ανάγει την παιδεία σε αποστολή του Κράτους και κατοχυρώνει αφενός τη θεσμική εγγύηση της παροχής ανώτατης εκπαίδευσης από πλήρως αυτοδιοικούμενα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα (ΣτΕ 982/2012, 411/2008, 4009/2000) και αφετέρου το δικαίωμα στην παιδεία (ΣτΕ 1582/92), το οποίο περιλαμβάνει το δικαίωμα πρόσβασης και φοίτησης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κατόπιν πλήρωσης των νομίμων προϋποθέσεων.

 

2.2. Από τη συστηματική ερμηνεία των παραπάνω άρθρων συνάγεται ότι ο κοινός νομοθέτης οφείλει να εξασφαλίζει την πρόσβαση στα Ιδρύματα της  τριτοβάθμιας εκπαίδευσης των προσώπων εκείνων που κατέχουν τα αναγκαία εφόδια για την ενεργό παρακολούθηση της θεωρητικής και πρακτικής διδασκαλίας που επιτελείται σε αυτά, θεσπίζοντας διαδικασίες που βασίζονται σε γενικά, αντικειμενικά και πρόσφορα κριτήρια και οδηγούν στη συμμετοχή σε ένα ακαδημαϊκό σύστημα σύμφωνα με τις αρχές της ισότητας των ευκαιριών και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας μέσω ενός αξιοκρατικού τρόπου επιλογής (ΣτΕ 2411/2012, 3351/2000, 2820/1999, 4137/1990, 673/1987). Τούτο διότι μόνο υπό αυτούς τους όρους είναι δυνατή η επίτευξη της αποστολής και η πλήρωση του λειτουργικού ρόλου των ιδρυμάτων της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (ΣτΕ 2467/2001, 3328/2000) καθώς και η εύρυθμη λειτουργία τους (ΣτΕ 4137/1990, 673/1987). Ως εκ τούτου, ο κοινός νομοθέτης έχει την ευχέρεια να προβαίνει στις ουσιαστικές ρυθμίσεις της επιλογής του, υπό την προϋπόθεση ότι το περιεχόμενο αυτών  ρυθμίζει καταστάσεις κατά τρόπο γενικό και αντικειμενικό, διασφαλίζει την ισότητα των ευκαιριών και τον αξιοκρατικό τρόπο επιλογής των υποψηφίων και τους παρέχει τη δυνατότητα να σταδιοδρομήσουν κατά τον λόγο της προσωπικής τους αξίας, σε Ιδρύματα ανώτατης εκπαίδευσης που είναι ικανά να ανταποκριθούν στο συνταγματικό τους ρόλο.

 

 Παράλληλα, οι διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 1, 2, 3, 5, 6, σε συνδυασμό με το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος που κατοχυρώνει ένα κοινωνικό κράτος δικαίου, αποτελούν ένα πλέγμα διατάξεων κοινωνικής προστασίας των ευπαθών ομάδων πολιτών, μεριμνώντας ιδίως για την οικογένεια, την αναπηρία, τη σωματική και ψυχική υγεία, την απορία. Παρίσταται αναγκαία στη συγκεκριμένη περίπτωση η στάθμιση των συγκρουόμενων συνταγματικών δικαιωμάτων, μέσω της εφαρμογής της πρακτικής αρμονίας ως έκφανσης της αρχής της αναλογικότητας,  και ειδικότερα η στάθμιση αφενός του δικαιώματος της ισότητας και της αξιοκρατίας ως προς την πρόσβαση στα Ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αλλά και ως προς τη φοίτηση σε αυτά μέσα σε συνθήκες που ευνοούν την εκπλήρωση του συνταγματικού τους ρόλου, και αφετέρου της ειδικής κοινωνικής μέριμνας που εξασφαλίζει ένα κοινωνικό κράτος δικαίου στους ευπαθείς πολίτες του.

 

2.3. Ως προς το ζήτημα αυτό, η νομολογία του Δικαστηρίου Σας έχει κρίνει ότι οι διατάξεις του άρθρου 21 παρ. 1 έως 3 του Συντάγματος, οι οποίες έχουν κατά βάση κατευθυντήριο χαρακτήρα, καταλείπουν στο νομοθέτη την ευχέρεια να προσδιορίσει κατά την εκτίμησή του το είδος και την έκταση της ειδικής φροντίδας για τους πολύτεκνους και τα μέλη των οικογενειών τους.  Ωστόσο, η εκάστοτε εκτίμηση του νομοθέτη υπόκειται σε έλεγχο ορίων από τα Δικαστήρια, οι δε αντίστοιχες νομοθετικές ρυθμίσεις περί κοινωνικής προστασίας ελέγχονται ως προς την τήρηση της συνταγματικής αρχής της ισότητας σε συνδυασμό με τη συνταγματική αρχή της σταδιοδρομίας εκάστου κατά τον λόγο της προσωπικής του αξίας (ΣτΕ 986-7/2014,  2738/2010, 2016/2007, 1141/1999).

2.4. Στην προκειμένη περίπτωση, η πλήρης απουσία κριτηρίων βάσει των οποίων διενεργούνται οι μετεγγραφές των σπουδαστών των ειδικών κατηγοριών που ορίζονται στο άρθρο 53 του ν. 4264/2014, στο οποίο ερείδεται η πρώτη προσβαλλόμενη πράξη, καταστρατηγεί τη σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία της εν λόγω διάταξης με τα άρθρα 4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 16 του Συντάγματος.

 

Τούτο διότι, με την αθρόα μεταφορά θέσεων και την έμμεση εισαγωγή σε άλλο πανεπιστημιακό Ίδρυμα, το οποίο κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας διασφαλίζει ένα υψηλότερο επίπεδο φοίτησης για το οποίο απαιτούνται περισσότερα μόρια εισαγωγής, βρίσκονται στην ίδια θέση οι φοιτητές οι οποίοι εισήχθησαν στο εν λόγω Ίδρυμα με άμεσο τρόπο, κατέχοντας περισσότερα μόρια εισαγωγής και ως εκ τούτου υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο με τους φοιτητές οι οποίοι εισήχθησαν στο ίδιο Ίδρυμα με τρόπο έμμεσο (μέσω μεταφοράς θέσης), κατέχοντας λιγότερα μόρια εισαγωγής και ως εκ τούτου χαμηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο, χωρίς να υφίσταται επαρκής δικαιολογητικός προς τούτο λόγος, αρκούντως αντικειμενικός, συναρτώμενος με ποσοτικά κριτήρια ή ποιοτικά κριτήρια, συναφή με την ακαδημαϊκή μόρφωση.

 

2.5. Πέραν των ανωτέρω, η απουσία οποιουδήποτε κριτηρίου τοποθετεί στην ίδια Σχολή σπουδαστές διαφορετικού εκπαιδευτικού επιπέδου, με αποτέλεσμα τη νόθευση του συνολικού μορφωτικού επιπέδου που η ίδια η Σχολή θα δύναται πλέον να παρέχει στο σύνολο των φοιτητών αυτής και ιδίως σε βάρος εκείνων εξ αυτών που εισήχθησαν άμεσα σε αυτή, κατέχοντας υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο. Με το πραγματικό αυτό γεγονός είναι αντιμέτωπη η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ, στο μέτρο που η συντριπτική πλειοψηφία των αιτούντων μεταφορά θέσης προέρχεται από Τμήματα Αρχιτεκτονικής ανά την επικράτεια στα οποία οι αιτούντες εισήχθησαν με χαμηλότερη βάση (Πάτρας, Βόλου, Χανίων, Ξάνθης).  Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι βάσεις για το έτος 2014 διαμορφώθηκαν  για τις Αρχιτεκτονικές Σχολές ως εξής: ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ 20.364, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ  19.625, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ 17.819, ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ 17.099, ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΚΡΗΤΗΣ 15.672, ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ 14.917.

 

2.6. Όσον δε αφορά τη δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη, το άρθρο 47 του ν. 4274/2014 στο οποίο αυτή ερείδεται, καθορίζει ένα ποσοτικό κριτήριο βάσει του οποίου διενεργούνται οι μετεγγραφές των σπουδαστών, στους οποίους το κατά κεφαλή ετήσιο εισόδημα των ίδιων και των μελών της οικογένειάς  τους κατά το έτος 2013 δεν ξεπερνά τα 9.000 ευρώ.

 

Ωστόσο, κριτήρια άσχετα προς την κρίσιμη έννομη σχέση δεν είναι ικανά να δικαιολογήσουν διαφορετική μεταχείριση (ΑΕΔ 3/2001), όπως προαναφέρθηκε. Στην προκειμένη περίπτωση, η οικονομική κατάσταση του αιτούντος τη μετεγγραφή σπουδαστή και των μελών της οικογένειάς του δεν παρουσιάζει καμία συνάφεια με το προστατευόμενο αγαθό της εκπαίδευσης, ούτε αποτελεί κριτήριο που συνάδει με την ακαδημαϊκή μόρφωση, δεδομένου ότι δεν κατατείνει στην εν τοις πράγμασι πρόσβαση στα Ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης εκείνων των υποψηφίων που κατέχουν τα αναγκαία εφόδια για την ενεργό παρακολούθηση της διδασκαλίας σε κάθε ένα από αυτά. Περαιτέρω, το κριτήριο αυτό δεν είναι αντικειμενικό αλλά παρίσταται τυχαίο στο μέτρο που λαμβάνεται υπόψη η εισοδηματική κατάσταση που αφορά ένα έτος αποκλειστικά, το ακριβώς προηγούμενο έτος της μεταφοράς θέσης 2013.

 

2.7. Είναι προφανές ότι σκοπός του νομοθέτη σύμφωνα με το άρθρο  47 του νόμου 4274/2014, βάσει του οποίου εκδόθηκε η δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη, είναι η μέριμνα για τις άπορες οικογένειες, την απορία των οποίων ο νομοθέτης καθόρισε στο όριο των 9.000 ευρώ για το ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα των σπουδαστών και των μελών των οικογενειών τους. Ωστόσο, το κριτήριο αυτό δεν παρίσταται αντικειμενικό ούτε συναφές με την ακαδημαϊκή μόρφωση που παρέχεται στα Ιδρύματα στα οποία προσέρχονται οι αιτούντες τη μεταφορά θέσης, στο μέτρο που ο νομοθέτης δεν συνεκτίμησε για την επιβολή του τη δυσχερή οικονομική θέση στην οποία έχουν περιέλθει σήμερα τα ίδια τα Ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ανά την επικράτεια, συμπεριλαμβανομένης της Σχολής  Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ, λόγω της συνεχώς μειούμενης κρατικής χρηματοδότησης. Η θέση αυτή θα επιβαρυνθεί ακόμη περισσότερο από την παράλληλη αύξηση των αναγκών, ιδίως σε υλικοτεχνική υποδομή, εργαστήρια διδασκαλίας και αίθουσες, που θα δημιουργήσει ο εισρέων αριθμός των επιπλέον σπουδαστών οι οποίοι προέρχονται από μεταφορά θέσης, ακυρώνοντας τη λειτουργία τόσο της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ όσο και του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ.

 

2.8. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, δεδομένου του κοινωνικού σκοπού ενόψει του οποίου καταρχήν θεσπίστηκαν και οι δύο ρυθμίσεις, αφενός του άρθρου 53 του ν. 4264/2014 και αφετέρου του άρθρου 47 του ν. 4274/2014, το μέτρο ενίσχυσης των συγκεκριμένων ευπαθών κοινωνικών ομάδων που επέλεξε να χρησιμοποιήσει ο νομοθέτης στην προκειμένη περίπτωση, δηλαδή το μέτρο των μετεγγραφών με τα συγκεκριμένα ελλιπή και σε κάθε περίπτωση μη νόμιμα κριτήρια, παραβιάζει την κατοχυρωμένη από το άρθρο 25 παρ. 2 του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας.

 

Τούτο διότι το εν λόγω μέτρο δεν παρίσταται εύλογο, ούτε αναγκαίο, υπερακοντίζοντας το σκοπό του νομοθέτη, με την έννοια ότι ο νομοθέτης έχει την ευχέρεια να ενισχύσει τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες με διάφορα άλλα μέσα, όπως λ.χ. με φορολογικές απαλλαγές, με χορήγηση υποτροφιών και διευκολύνσεις ως προς τη σίτιση και τη στέγαση, τα οποία ωστόσο δεν καταλήγουν σε βάρος των συνταγματικών αρχών της ισότητας και της αξιοκρατίας, που πρέπει να διέπουν τόσο την εισαγωγή όσο και τη φοίτηση στα Ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Δηλαδή, η θέσπιση ευνοϊκών ρυθμίσεων κατ’ απόκλιση των συνταγματικών αρχών της ισότητας και της αξιοκρατίας θα πρέπει να αποτελεί ένα μέτρο εξαιρετικού χαρακτήρα, προκειμένου να μην  αλλοιώνεται ο πυρήνας του συστήματος εισαγωγής και φοίτησης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με βάση τις εν λόγω αρχές.  Άλλωστε, η ιδιαίτερη φύση του δικαιώματος στην παιδεία και της κρατικής υποχρέωσης για παροχή ανώτατης εκπαίδευσης συνηγορεί επίσης υπερ του καταρχήν αποκλεισμού ευνοϊκών ρυθμίσεων που θεσπίζονται για  ορισμένες κατηγορίες προσώπων (ΣτΕ 3324/2000).

 

2.9. Ως εκ τούτου, τόσο το άρθρο 53 του ν. 4264/2014 που αποτελεί νόμιμο έρεισμα της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης όσο και το άρθρο 47 του ν. 4274/2014 που αποτελεί νόμιμο έρεισμα της δεύτερης προσβαλλόμενης πράξης, καταστρατηγούν τις συνταγματικές αρχές της ισότητας των ευκαιριών, της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και της σταδιοδρομίας εκάστου ανάλογα με την προσωπική του αξία, σε συνδυασμό με το άρθρο 16 του Συντάγματος. Οι δε δύο προσβαλλόμενες κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσες υπουργικές αποφάσεις είναι ακυρωτέες λόγω έλλειψης νομίμου ερείσματος.

 

 

3.1.  Το άρθρο 16 παρ. 1 του Συντάγματος προστατεύει την ελευθερία της διδασκαλίας, της επιστήμης και της έρευνας, για τη μη παρακώλυση των οποίων το Κράτος οφείλει να μεριμνά. Περιλαμβάνει, δηλαδή, τόσο το ατομικό δικαίωμα στην ακαδημαϊκή ελευθερία όσο και το κοινωνικό δικαίωμα σύμφωνα με το οποίο η ανάπτυξη και η προαγωγή της διδασκαλίας, της επιστήμης και της έρευνας αποτελούν υποχρέωση του Κράτους. Στο πλαίσιο αυτό, η συνταγματική προστασία της ακαδημαϊκής ελευθερίας δεν αποσκοπεί αποκλειστικά στην ανάπτυξη της ακαδημαϊκής προσωπικότητας των φορέων της, αλλά και στην προαγωγή της ίδιας της επιστήμης εντός των πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων. Συνεπώς, ως ακαδημαϊκή ελευθερία δεν νοείται μόνο το ατομικό δικαίωμα του πανεπιστημιακού δασκάλου και ερευνητή, αλλά η οργανωμένη δραστηριότητα που αναπτύσσεται εντός των πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων και αναπτύσσεται σύμφωνα με τους κανόνες και τα οικονομικά μέσα που παρέχει το Κράτος.

 

Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, έχει κριθεί από το Δικαστήριό Σας ότι τα μέλη ΔΕΠ αντλούν ευθέως από το άρθρο 16 παρ. 1 του Συντάγματος το ατομικό δικαίωμα να αξιώσουν από το Κράτος την εξασφάλιση των προϋποθέσεων που απαιτούνται για την ακώλυτη άσκηση της διδακτικής και ερευνητικής τους δραστηριότητας ως αναπόσπαστων στοιχείων της ακαδημαϊκής τους ελευθερίας και ως αναγκαίων όρων της συνταγματικά κατοχυρωμένης αποστολής τους ως ερευνητών (ΣτΕ 4009/2000, 3913/2000).

 

Περαιτέρω, με τη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 2 του Συντάγματος η παιδεία ανάγεται σε βασική αποστολή του Κράτους και με την παρ. 4 του ίδιου άρθρου κατοχυρώνεται το ατομικό δικαίωμα στην παιδεία (ΣτΕ 1582/92), το οποίο περιλαμβάνει το δικαίωμα πρόσβασης και φοίτησης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, καθώς και το δικαίωμα δωρεάν φοίτησης στα κρατικά Ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης μετά τη νόμιμη εισαγωγή σε αυτά. Με την πρόβλεψη, μάλιστα, της παροχής δωρεάν παιδείας στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, ο συνταγματικός νομοθέτης ήδη παρέχει εν τοις πράγμασι συνδρομή στην ευπαθή κατηγορία των οικονομικά αδύναμων σπουδαστών, η οποία μπορεί να ενισχυθεί από εύλογα και αναγκαία μέτρα του κοινού νομοθέτη, βάσει άλλων συνταγματικών διατάξεων, προς επιπλέον ενίσχυση αυτής της κατηγορίας, όπως προαναφέρθηκε (π.χ. φορολογικές απαλλαγές, χορήγηση υποτροφιών και διευκολύνσεις ως προς τη σίτιση και τη στέγαση).

 

Επιπροσθέτως, η παρ. 5 του άρθρου 16 του Συντάγματος προστατεύει την ανώτατη εκπαίδευση με πλήρη αυτοδιοίκηση (ΣτΕ 982/2012, 411/2008, 4009/2000) και τη θέτει υπό την εποπτεία του Κράτους και παράλληλα ανάγει σε θεσμική εγγύηση την οικονομική ενίσχυση των Ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης από το Κράτος. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι από το συνδυασμό των παρ. 1, 2 και 5 του άρθρου 16 του Συντάγματος συνάγεται ότι η αυτοδιοίκηση αποτελεί θεσμική εγγύηση, στο μέτρο που το αυτοδιοικούμενο πανεπιστήμιο καθιερώνεται ως θεσμός ακριβώς για να εξυπηρετηθεί ο σκοπός της προαγωγής της επιστήμης, της έρευνας, της διδασκαλίας και της παιδείας, ο οποίος αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους.

 

3.2. Στην προκειμένη περίπτωση, σε κανένα στάδιο της διαδικασίας, από την εκκίνηση εκπόνησης του νομοθετικού σχεδιασμού μέχρι και την ολοκλήρωση της διαδικασίας επεξεργασίας των αιτήσεων μετεγγραφής που υποβλήθηκαν από τους εισακτέους σπουδαστές, δεν ζητήθηκε αρμοδίως η γνώμη της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ για τον επιπλέον αριθμό των εισακτέων – αιτούντων μεταφορά θέσης,  ενώ αυτή είχε ζητηθεί για τον ανώτατο αριθμό των άμεσα εισακτέων που μπορούν η Σχολή και το Τμήμα να υποδεχθούν αντιστοίχως. Μάλιστα, δεν εκπονήθηκε ούτε σχετική μελέτη από το αρμόδιο Υπουργείο, ελλείψει γνώμης της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ  ως προς τον επιπλέον αριθμό σπουδαστών που μπορούν αυτά να υποδεχθούν, με σκοπό να υπάρξει ένας ορθολογικός σχεδιασμός, τόσο στο σύνολο των Αρχιτεκτονικών Σχολών της χώρας όσο και με βάση τις δυνατότητες κάθε Σχολής.

 

Ωστόσο, η γνώμη αυτή είναι απαραίτητο να λαμβάνεται υπόψη από τα κρατικά όργανα που έχουν την αποφασιστική αρμοδιότητα, αφού προηγουμένως  ζητηθεί από τις Αρχιτεκτονικές Σχολές της χώρας ως τις πλέον αρμόδιες να έχουν ακριβή γνώση της κατάστασης λειτουργίας τους, ώστε να εξασφαλιστεί ένα επαρκές επίπεδο παιδείας στο οποίο έχουν δικαίωμα οι σπουδαστές κάθε Σχολής και ένα αξιοπρεπές επίπεδο διδακτικού και επιστημονικού έργου που οφείλουν να παράσχουν τα μέλη του διδακτικού προσωπικού κάθε Αρχιτεκτονικής Σχολής.

 

Έτσι, τα Ιδρύματα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης θα έπρεπε να έχουν νόμιμο δικαίωμα υποβολής της γνώμης τους όχι μόνο στην περίπτωση του αρχικού καθορισμού του αριθμού των άμεσα εισακτέων σε αυτά με πανελλήνιες εξετάσεις, της οποίας η χορήγηση προβλέπεται από το άρθρο 2 του ν. 2525/1997 πριν από τον οριστικό καθορισμό του αριθμού των εισακτέων στις Σχολές από το Υπουργείο Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, όπως προαναφέρθηκε, αλλά και στην περίπτωση των μετεγγραφών εισακτέων, δηλαδή στην περίπτωση της εκ των υστέρων επιβάρυνσης των εν λόγω Ιδρυμάτων με έναν επιπλέον αριθμό σπουδαστών μετά την εισαγωγή τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.

 

Τούτο διότι, ο σκοπός της παροχής αυτής της γνώμης και στις δύο περιπτώσεις είναι ο ίδιος, δηλαδή η διαπίστωση από το Υπουργείο Παιδείας Δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων και συναφώς η λήψη υπόψη της πραγματικής φέρουσας ικανότητας των Σχολών των Ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Επομένως, η ικανότητα αυτή θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ανεξαιρέτως σε κάθε στάδιο εισαγωγής φοιτητών στα Ιδρύματα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, δηλαδή τόσο στην περίπτωση της απευθείας και άμεσης εισαγωγής σε αυτά όσο και στην περίπτωση της έμμεσης εισαγωγής σε αυτά μέσω μετεγγραφής.

 

Πολλώ δε μάλλον έπρεπε να ληφθεί υπόψη η γνώμη των Ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης για την αιφνίδια και μαζική εισαγωγή των επιπλέον σπουδαστών εκ μετεγγραφής στις Σχολές τους, τη στιγμή που το ίδιο το αρμόδιο Υπουργείο δεν είναι σε θέση να υπολογίσει καν τον τεράστιο αριθμό εισακτέων που επίκειται να παραλύσει το επίπεδο σπουδών και την εν γένει λειτουργία των Ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Τούτο διότι τα κριτήρια με τα οποία αποφασίστηκε η μετεγγραφή του μεγαλύτερου όγκου των αιτούντων δεν είναι ακαδημαϊκά και αντικειμενικά, αλλά υποκειμενικά και αυθαίρετα, καθότι βασίζονται σε τυχαία γεγονότα  όπως η οικογενειακή και η οικονομική κατάσταση των αιτούντων. Άλλωστε, η συνήθης πρακτική του αρμόδιου Υπουργείου να αγνοεί τις απόψεις των Ιδρυμάτων και να καθορίζει αριθμούς εισακτέων κατά πολύ υψηλότερους από εκείνους τους οποίους προτείνουν και είναι σε θέση να υποδεχθούν αυτά, υποβαθμίζει δραστικά τη λειτουργικότητά τους, καταστρατηγώντας την αυτοδιοίκησή τους (Κ. Χρυσόγονος, Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, Τρίτη έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη 2006, σελ. 347).

 

3.3. Πάντως, η αυθαίρετη αυτή πρακτική της Διοίκησης στην προκειμένη περίπτωση, επιβεβαιώνεται και από το προοίμιο κάθε μίας από τις δύο προσβαλλόμενες πράξεις, όσο και από το περιεχόμενο αυτών και των νομοθετικών εξουσιοδοτικών τους διατάξεων.

 

Ειδικότερα, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 53 της πρώτης προσβαλλόμενης πράξης σχετικά με τη μεταφορά θέσης εισαγωγής πολύτεκνων, τρίτεκνων και λοιπόν ειδικών κατηγοριών, η μεταφορά θέσης πραγματοποιείται με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του Τμήματος υποδοχής. Η δε κατ’ εξουσιοδότηση αυτού του άρθρου εκδοθείσα πρώτη προσβαλλόμενη πράξη προβλέπει: «Οι ενδιαφερόμενοι, οι οποίοι έχουν ήδη πραγματοποιήσει την εγγραφή τους στο Σχολή εισαγωγής τους, καλούνται, από 9 έως 17 Οκτωβρίου 2014, να υποβάλουν αίτηση μεταφοράς θέσης εισαγωγής μέσω ηλεκτρονικής εφαρμογής της Διεύθυνσης Λειτουργικής Ανάπτυξης Πληροφοριακών Συστημάτων της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων [άρθρο 2 παρ. 1].  Οι πίνακες των αιτουμένων τη μεταφορά θέσης αποστέλλονται από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων προς τις Σχολές ή Τμήματα / Εισαγωγικές Κατευθύνσεις /Προγράμματα Σπουδών υποδοχής, ανά κατηγορία. Εντός πέντε εργάσιμων ημερών από τη στιγμή που τα Τμήματα παραλάβουν τους πίνακες των αιτουμένων τη μεταφορά θέσης, υποχρεούνται να ανακοινώσουν τις ημερομηνίες εντός των οποίων θα δεχθούν τα δικαιολογητικά των ενδιαφερομένων. Η διάρκεια υποβολής των δικαιολογητικών δεν μπορεί να υπερβαίνει τις οκτώ (8) ημέρες. Με απόφαση του Προέδρου/Προϊσταμένου του Τμήματος, συστήνεται μη αμειβόμενη τριμελής Επιτροπή, τα μέλη της οποίας προέρχονται από το διδακτικό ή το διοικητικό προσωπικό, με σκοπό τον έλεγχο των δικαιολογητικών. Η Επιτροπή οφείλει να ολοκληρώσει τον έλεγχο των δικαιολογητικών εντός είκοσι (20) ημερών από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής. Η διαδικασία ολοκληρώνεται με την ανακοίνωση των αποφάσεων της Γενικών Συνελεύσεων του Τμήματος του Α.Ε.Ι. ή του Ακαδημαϊκού Συμβουλίου/Διοικούσας Επιτροπής της Α.Ε.Α. και οι Γραμματείες, προκειμένου να πραγματοποιήσουν την εγγραφή των δικαιούχων, ζητούν από αυτούς να δηλώσουν τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης διαγραφής τους από το Τμήμα προέλευσης και παράλληλα ζητούν από τη Γραμματεία του Τμήματος προέλευσης την υπηρεσιακή αποστολή του φακέλου, όπου περιλαμβάνεται και βεβαίωση διαγραφής τους [άρθρο 4 παρ. 1, 2 και 3]».

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 47 της δεύτερης  προσβαλλόμενης πράξης σχετικά με τη μεταφορά θέσης εισαγωγής των σπουδαστών που πληρούν ορισμένα οικονομικά κριτήρια, η μεταφορά θέσης πραγματοποιείται με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων. Η δε κατ’ εξουσιοδότηση αυτού του άρθρου εκδοθείσα δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη προβλέπει: «Οι ενδιαφερόμενοι, οι οποίοι έχουν ήδη πραγματοποιήσει την εγγραφή τους στο Τμήμα εισαγωγής τους, καλούνται, από 9 έως 17 Οκτωβρίου 2014, να υποβάλουν αίτηση μεταφοράς

θέσης εισαγωγής μέσω ηλεκτρονικής εφαρμογής της Διεύθυνσης Λειτουργικής Ανάπτυξης Πληροφοριακών Συστημάτων της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων [άρθρο 3 παρ. 1]. Με απόφαση του Υπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων συγκροτείται Επιτροπή Έκδοσης Αποτελεσμάτων Επιτυχόντων Μεταφοράς Θέσης Εισαγωγής […] Η Επιτροπή συντάσσει ονομαστικό πίνακα επιτυχόντων μεταφοράς θέσης εισαγωγής κατά Σχολή ή Τμήμα/Εισαγωγική Κατεύθυνση ή Πρόγραμμα Σπουδών [άρθρο 4 παρ. 1]. Ο πίνακας επιτυχόντων μεταφοράς θέσης εισαγωγής υποβάλλεται στον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων προς κύρωση. Ο Υπουργός με απόφασή του κυρώνει τον πίνακα με την επιφύλαξη του ελέγχου των δικαιολογητικών που οι επιτυχόντες δεσμεύτηκαν να προσκομίσουν από τις Επιτροπές που θα συσταθούν … [άρθρο 4 παρ. 2]. Εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από τη στιγμή που τα Τμήματα παραλάβουν τους πίνακες των επιτυχόντων μεταφορά θέσης, υποχρεούνται να ανακοινώσουν τις ημερομηνίες εντός των οποίων θα δεχθούν τα δικαιολογητικά των ενδιαφερομένων. […] Οι Γραμματείες ενημερώνουν το συντομότερο δυνατό τον υποψήφιο εάν από τον έλεγχο των δικαιολογητικών του φακέλου του κατέστη επιτρεπτή ή όχι η εγγραφή του στο Τμήμα υποδοχής [άρθρο 4 παρ. 3]».

 

3.4. Από το ως άνω περιεχόμενο των δύο προσβαλλόμενων πράξεων και των αντίστοιχων νομοθετικών εξουσιοδοτικών τους διατάξεων, συνάγεται ότι οι Σχολές και τα Τμήματα δεν διαδραματίζουν κανέναν ουσιαστικό ρόλο κατά τη διάρκεια όλης της διαδικασίας μέχρι και το τέλος αυτής, όπου απλά υποχρεούνται να αποδεχθούν ως έχει το αποτέλεσμα των πινάκων με τους αιτούντες τη μεταφορά θέσης, οι οποίοι αποστέλλονται από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων, αφού πρώτα κυρωθούν από τον Υπουργό στην περίπτωση της δεύτερης προσβαλλόμενης πράξης. Δεν έχουν το ελάχιστο νόμιμο δικαίωμα να υποβάλλουν αρμοδίως παρατηρήσεις σε σχέση με τους εν λόγω πίνακες, με βάση τη φέρουσα ικανότητα των εγκαταστάσεών τους και τον αριθμό των διοικητικών υπαλλήλων και κυρίως των διδασκόντων τους, σε συνδυασμό με τη φύση των μαθημάτων κάθε Σχολής. Το γεγονός αυτό παραβιάζει κατάφωρα το άρθρο 16 του Συντάγματος και ιδίως την παρ. 5 αυτού περί διοικητικής αυτοτέλειας των Ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.

 

3.5. Πέραν τούτου, θα πρέπει να υπογραμμιστεί στο σημείο αυτό η ιδιαίτερη φύση των μαθημάτων που διεξάγονται στις Αρχιτεκτονικές Σχολές ανά την επικράτεια. Συγκεκριμένα, σε κάθε Σχολή Αρχιτεκτονικής, όπως και στην  Αρχιτεκτονική Σχολή του ΕΜΠ και το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ, ο βασικός κορμός μαθημάτων αφορά μαθήματα που συνδυάζουν την πράξη με τη θεωρία σε όλες τις κλίμακες του σχεδιασμού. Στα συνθετικά μαθήματα περιλαμβάνονται ο σχεδιασμός από την κλίμακα του αντικειμένου ως την κτιριακή κλίμακα, η κατασκευαστική διερεύνηση των παραπάνω, ο πολεοδομικός και αστικός σχεδιασμός, ο σχεδιασμός δημόσιων χώρων και οι τοπιακές παρεμβάσεις σε αστικές και περιαστικές περιοχές. Τα μαθήματα αυτά αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής σύνθεσης διεξάγονται στα Εργαστήρια Αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, είναι τρίωρα ή τετράωρα με βάση το πρόγραμμα σπουδών της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και πεντάωρα ή οκτάωρα με βάση το πρόγραμμα σπουδών του Τμήματος  Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ, διατρέχουν το σύνολο των σπουδών και αναπτύσσονται με κεντρικό αντικείμενό τους τη διδασκαλία του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, ενώ περιλαμβάνουν επιπλέον τη διδασκαλία θεμάτων θεωρίας και γνωσιολογικής υποστήριξης του κάθε υπό διερεύνηση θέματος. 

 

Τα μαθήματα της αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής σύνθεσης χαρακτηρίζονται από μαθησιακές ιδιαιτερότητες. Η ιδιαιτερότητά τους συνίσταται στο ότι οι σπουδαστές πρέπει να σχεδιάσουν ένα χώρο για να μπορέσουν να τον αναλύσουν και συγχρόνως να τον αναλύσουν για να μπορέσουν να τον σχεδιάσουν. Στα μαθήματα αυτά, οι νοητικές και οπτικές διαδικασίες σχεδιασμού θεωρούνται διαφορετικές, αλλά ισότιμης αξίας διαδικασίες μάθησης. Λόγω της φύσης των μαθημάτων, όπου το να σκέφτεται ο σπουδαστής και το να σχεδιάζει αποτελούν παράλληλους και ισότιμους δρόμους μάθησης, η μετάδοση της γνώσης από διδάσκοντα σε διδασκόμενο γίνεται μέσα από την πράξη του σχεδιασμού (μάθηση μέσω πράξης). Ο σπουδαστής πράττει, δηλαδή σχεδιάζει, φτιάχνει μοντέλα, φωτογραφίζει και ζωγραφίζει, χρησιμοποιώντας ήδη υπάρχουσες τεχνικές ή δημιουργώντας καινούργιες. Συγχρόνως σκέφτεται αρχιτεκτονικά «χωρικά» δημιουργώντας έννοιες, αναλύοντας και ερμηνεύοντας τα σχέδια και μοντέλα πού κατασκευάζει. Η προσωπική επαφή των σπουδαστών με τους διδάσκοντες βρίσκεται στην καρδιά του μαθήματος και είναι εκπαιδευτικά απαραίτητη.  Ο σπουδαστής έρχεται σε άμεση επαφή με τον διδάσκοντα και για τη διόρθωση του θέματός του απαιτούνται συναντήσεις τουλάχιστον μισής ώρας επί μία ή δύο φορές την εβδομάδα. Η διδασκαλία είναι κατά κύριο λόγο ατομική και απαιτεί μικρή αναλογία διδασκόντων και διδασκομένων, δηλαδή μικρές ομάδες διδασκαλίας ανά διδάσκοντα.

 

3.6. Η εμπέδωση της διδακτέας ύλης έχει αποδειχθεί ότι γίνεται αποτελεσματικότερη με τις ασκήσεις στο σχεδιαστήριο, όπου ο σπουδαστής παρακολουθεί την ανάπτυξη θεωρητικών ζητημάτων συναφών με την άσκηση, παρουσιάζει την εργασία του και ακούει τον σχολιασμό από τον διδάσκοντα ή και τη γνώμη των συμφοιτητών του.  Για να είναι δυνατή η διεξαγωγή των ασκήσεων κατά τον τρόπο αυτό, είναι απαραίτητο η αναλογία σπουδαστών προς διδάσκοντες να είναι μικρή, τόση ώστε να είναι πρακτικά δυνατή η διάταξη σπουδαστών γύρω από δύο ή τρία σχεδιαστήρια -με δυνατότητα παρακολούθησης όλων- και να υπάρχει επαρκής χρόνος ώστε ο διδάσκων να μπορεί να διορθώσει επιτόπου όλες τις εργασίες στα προβλεπόμενα χρονικά όρια της άσκησης.

 

Από τα ανωτέρω πραγματικά στοιχεία καθίσταται σαφές ότι, για τις αρχιτεκτονικές σπουδές, το εργαστήριο του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού όπου διεξάγονται τα μαθήματα της σύνθεσης διαδραματίζει εξέχοντα ρόλο, καθότι αποτελεί το χώρο όπου στο μεγαλύτερο βαθμό συντίθενται οι αρχιτεκτονικές γνώσεις και αναπτύσσεται η δημιουργικότητα του αρχιτέκτονα. Είναι το πλέον σημαντικό περιβάλλον ανάπτυξης της αρχιτεκτονικής παιδείας και η πεμπτουσία των σπουδών. Καθίσταται επίσης σαφές ότι ο σχεδιασμός δεν διδάσκεται από καθέδρας, αλλά μέσα από ατομικές συζητήσεις με τους σπουδαστές πάνω σε σχέδια, μακέτες, προπλάσματα και άλλα φυσικά αντικείμενα. Κάθε σπουδαστής θα πρέπει να αναπτύξει την προσωπική του αρχιτεκτονική οπτική και ως εκ τούτου η διδασκαλία θα πρέπει να γίνεται μόνο μέσα από άμεση και διαρκή επαφή με τους διδάσκοντες, όπως βεβαιώνεται και στη «Χάρτα για την εκπαίδευση των Αρχιτεκτόνων» των UNESCO /UIA» (http://www.uia.archi/sites/default/files/charte-en.pdf).

 

3.7. Περαιτέρω, τόσο η διεθνής πρακτική στις Αρχιτεκτονικές Σχολές διεθνώς όσο και οι υποδείξεις των διεθνών φορέων που αξιολογούν τις επιδόσεις των Αρχιτεκτονικών Σχολών (UIA/UNESCO, ALTC Australia RIBA-UK, NAAB-USA,) επισημαίνουν ότι η διδασκαλία του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού θα πρέπει να καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος του εκπαιδευτικού χρόνου σε σχέση με τη διδασκαλία άλλων γνωστικών αντικειμένων και να προσεγγίσει το 50% του διαθέσιμου χρόνου απασχόλησης των φοιτητών. Επισημαίνουν, επίσης, ότι η αποδεκτή αναλογία διδάσκοντος και διδασκόμενων σε διεθνές επίπεδο κυμαίνεται στο όριο των τεσσάρων (4) έως δώδεκα (12) κατά μέσο όρο διδασκομένων ανά διδάσκοντα. Ωστόσο, είναι πολλές οι Αρχιτεκτονικές Σχολές διεθνώς που καταγράφουν ακόμα χαμηλότερο όριο στην αναλογία αυτή, γεγονός το οποίο συνδέεται καθοριστικά με την υψηλού επιπέδου ποιότητα σπουδών και την υψηλή κατάταξη των Σχολών αυτών στις διεθνείς αξιολογήσεις.

 

Ενδεικτικά αναφέρονται οι κάτωθι αναλογίες από ένα ευρύ φάσμα ευρωπαϊκών χωρών: Bergen School of Architecture Νορβηγία 3.2, Ecole Nationale Superieure d’ Architecture de Lyon Γαλλία 3.4, Delft University of Technology Faculty of Architecture Ολλανδία 3.9, Ecole Nationale Superieure d’ Architecture de Nancy Γαλλία 5.2, Oslo School of Architecture Νορβηγία 5.6, Ecole Nationale Superieure d’ Architecture de Paris Malaquais Γαλλία 5.8, Rheinisch Westfalische Technische Hochschule Aachen Fakultat fur Architektur Γερμανία 6.1, Aarhus School of Architecture Δανία 6.9, Luca Campus St Lucas Gent Βέλγιο 7.2, University of Oulu Department of Architecture Φινλανδία 7.3, The Royal Danish Academy of Fine Arts School of Architecture Design and Conservation Δανία 8.6, Tampere University of Technology Department of Architecture Φινλανδία 9.0, Institut Superieur d’ Architecture Intercommunal Direction Generale Liege Βέλγιο 9.4, Polutechnico di Milano, Scuola di Architettura e Societa Ιταλία 9.7, Western Switzerland University of Applied Sciences HEPIA Ελβετία 10.3, Ecole Nationale Superieure d’ Architecture de Grenoble Γαλλία 10.3, UCL Μ. Βρετανία 10.5, University of Kingston Μ. Βρετανία 12.0, KU Leuven Department ASRO Βέλγιο 12.3, Technische Universitat Graz, Fakultat fur Architektur Αυστρία 12.8, Universidade de Coimbra DARQ Πορτογαλία 13.5 (πηγή: European Association of Architectural Education www.eaae.be, www.thecompleteuniversityguide.co.uk/leaguetables/rankings?s=Architecture).

 

Στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, η αναλογία σπουδαστών ανά διδάσκοντα θα ανέρχεται, μετά την αποδοχή των μετεγγραφέντων σπουδαστών, τουλάχιστον σε 1:25,5 για τους προπτυχιακούς σπουδαστές πενταετούς φοίτησης και τουλάχιστον σε 1:30,4 για τους μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς σπουδαστές. Στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ η αναλογία σπουδαστών ανά διδάσκοντα θα ανέρχεται, μετά την αποδοχή των μετεγγραφέντων σπουδαστών, τουλάχιστον σε 1:33 για τους προπτυχιακούς σπουδαστές πενταετούς φοίτησης και τουλάχιστον σε 1:38 για τους μεταπτυχιακούς και διδακτορικούς σπουδαστές. Θα πρέπει να επισημανθεί, επίσης, ότι στα εργαστηριακά μαθήματα σύνθεσης στα πέντε έτη του χειμερινού εξαμήνου η αναλογία σπουδαστών ανά διδάσκοντα θα είναι ακόμη μεγαλύτερη, με δεδομένο ότι σήμερα ήδη ανέρχεται για τη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ σε 1:40 και για το Τμήμα Αρχιτεκτόνων του ΑΠΘ σε 1:50.

 

3.8. Εκτός από τα μαθήματα αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής σύνθεσης, ιδιαίτερα σημαντικά μαθήματα για το πρόγραμμα σπουδών, την επιστημονική εκπαίδευση και πολλές φορές για την εξέλιξη της σταδιοδρομίας ενός σπουδαστή αρχιτεκτονικής αποτελούν η διάλεξη και η διπλωματική εργασία στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και αντιστοίχως, η ερευνητική διπλωματική εργασία και η διπλωματική εργασία σχεδιασμού στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ. Η διάλεξη – ερευνητική διπλωματική εργασία, αφού προετοιμαστεί για χρονικό διάστημα ενός εξαμήνου έως ενός έτους, αποτελεί μάθημα των τελειόφοιτων σπουδαστών κατά το οποίο αναπτύσσουν ένα ερευνητικό θέμα της επιλογής τους, που συνοδεύεται από αντίστοιχο τυπωμένο τεύχος γραπτού κειμένου εκατό σελίδων. Η δε διπλωματική εργασία (σχεδιασμού) των τελειόφοιτων επίσης σπουδαστών, αφού προετοιμαστεί για χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός έτους,  παρουσιάζεται με σειρά σχεδίων μεγάλων διαστάσεων, τα οποία αναρτώνται σε πίνακες και συνοδεύονται από τεύχος κειμένου και ένα ή περισσότερα προπλάσματα (μακέτες - τρισδιάστατες κατασκευές). Και στα δύο αυτά μαθήματα, όπως και στα μαθήματα της αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής σύνθεσης, η συνεχής και εξατομικευμένη επαφή των σπουδαστών και των διδασκόντων είναι απολύτως απαραίτητη. Η εκπόνηση της διπλωματικής εργασίας (σχεδιασμού), μάλιστα, απαιτεί εβδομαδιαίες, τουλάχιστον ωριαίες συναντήσεις με τους διδάσκοντες.

 

3.9. Πέρα από  τις απαιτούμενες συναντήσεις στο πλαίσιο τόσο των μαθημάτων αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής σύνθεσης που διαχέονται σε όλα τα εξάμηνα, όσο και της διάλεξης και της διπλωματικής εργασίας για τους τελειόφοιτους σπουδαστές, οι ίδιοι διδάσκοντες έχουν αναλάβει τόσο τη διδασκαλία μεταπτυχιακών μαθημάτων όσο και την παρακολούθηση και καθοδήγηση διδακτορικών διατριβών. Ειδικά η διδασκαλία των διδακτορικών διατριβών βασίζεται εξίσου στη συνεχή επαφή διδάσκοντα και υποψηφίου διδάκτορα.

 

3.10. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα ότι ένας μεγάλος αριθμός μαθημάτων στις αρχιτεκτονικές σπουδές, όπως τα εικαστικά και η διδασκαλία της κατασκευής μέσω προτύπων σε κλίμακα 1:1, απαιτεί χώρους μεγάλων διαστάσεων με ειδικές προδιαγραφές και πάγκους εργασίας. Η εξειδικευμένη υλικοτεχνική υποδομή κάθε εργαστηρίου απαιτεί όχι μόνο ειδικούς χώρους διδασκαλίας, αλλά και επιπλέον χώρους συναρμολόγησης, βαφής, έκθεσης και φύλαξης.

 

Στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ λειτουργούν εργαστήριο προπλασμάτων (τρισδιάστατης μακέτας), εργαστήριο φωτογραφίας και εντύπου, ζωγραφικής, πλαστικής, και ηλεκτρονικών υπολογιστών. Στο δε Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ λειτουργούν το νεοσύστατο εργαστήριο προπλασμάτων (τρισδιάστατης μακέτας), το εργαστήριο αναλογικής μακέτας  και το εργαστήριο φωτογραφίας και εντύπου.

 

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στο εργαστήριο φωτογραφίας και εντύπου γίνονται οι εκτυπώσεις των προαναφερόμενων διαλέξεων των σπουδαστών, σημειώσεων μαθημάτων, σπουδαστικών εργασιών και σχεδίων και οργανώνονται σεμινάρια φωτογραφίας, εκμάθησης προγραμμάτων επεξεργασίας ψηφιακής εικόνας, πανοραμικής φωτογραφίας και διαχείρισης εκτύπωσης χρώματος με Η/Υ. Το δε εργαστήριο προπλασμάτων αποσκοπεί στην τεχνική υποστήριξη του διδακτικού έργου. Στους χώρους του εργαστηρίου προσφέρεται στους σπουδαστές εκπαίδευση σε τεχνικές κατασκευής προπλασμάτων (μακετών) με συμβατικές ή τεχνολογικά εξελιγμένες μεθόδους, η κατασκευή των οποίων αποτελεί απαραίτητο στοιχείο της αρχιτεκτονικής εκπαίδευσης. Σημαντικότατο ποσοστό των προπλασμάτων αντιστοιχούν σε διάφορα μαθήματα, καθώς και στις διπλωματικές εργασίες.

 

3.11. Κατόπιν όλων των ανωτέρω, αυτό το οποίο έχει ήδη καταστεί σαφές στην πράξη και θα παρατηρηθεί σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό με την εισροή του συνόλου των αιτούντων μετεγγραφή σπουδαστών είναι ότι η συνεχής αύξηση των σπουδαστών τελικά έχει ως αποτέλεσμα οι διαθέσιμοι χώροι διδασκαλίας να μην επαρκούν στο ελάχιστο και οι συνθήκες φοίτησης, διδασκαλίας και έρευνας να καθίστανται δυσχερείς. Επίσης, η διάρκεια των εργαστηριακών μαθημάτων επιμηκύνεται πέραν της προγραμματισμένης, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται προβλήματα στην απρόσκοπτη διεξαγωγή των υπολοίπων μαθημάτων του ωρολογιακού προγράμματος.

 

3.12. Όσον αφορά τη μείωση της υλικοτεχνικής υποδομής, αναφέρονται ως ενδεικτικό παράδειγμα τα εργαστήρια Πλαστικής και Ζωγραφικής της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, τα οποία διαθέτουν χώρο κατάλληλα εξοπλισμένο με πάγκους εργασίας και καθίσματα (σκαμνιά) που αντιστοιχούν το πολύ σε ογδόντα (80) σπουδαστές. Αναφέρεται, επίσης, το χαρακτηριστικό παράδειγμα του  εργαστηρίου Πληροφορικής που διαθέτει μόνο τριάντα (30) ηλεκτρονικούς υπολογιστές και έναν μόνο καθηγητή, του οποίου η διδασκαλία και η διόρθωση των εργασιών πρέπει να λάβουν χώρα μέσα σε επτά ώρες εβδομαδιαίως, σύμφωνα με το ωρολογιακό πρόγραμμα.

 

3.13. Παράλληλα, η χρηματοδότηση του ΕΜΠ και κατ’ επέκταση της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών αυτού, έχει μειωθεί καθ’ όλη τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης μέχρι σήμερα κατά 33%, όπως προαναφέρθηκε. Μάλιστα, η κρατική χρηματοδότηση προς το ΕΜΠ κατά το έτος 2010 ανερχόταν σε 6.600.000 ευρώ, κατά το έτος 2012 μειώθηκε σε 5.566.500 ευρώ και κατά το έτος 2014 μειώθηκε ακόμη περισσότερο σε 4.500.000 ευρώ. Η δε αναγγελθείσα χρηματοδότηση για το έτος 2015, η οποία θα είναι ακόμη χαμηλότερη του προηγούμενου έτους, δεν θα επαρκέσει να καλύψει ούτε τα απολύτως βασικά έξοδα για φως και νερό, καθώς και τις ανελαστικές δαπάνες.

 

Αντιστοίχως, η χρηματοδότηση του ΑΠΘ και κατ’ επέκταση του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής αυτού, έχει μειωθεί καθ’ όλη τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης μέχρι σήμερα κατά 80,45%, όπως προαναφέρθηκε. Μάλιστα, η κρατική χρηματοδότηση προς το ΑΠΘ κατά το έτος 2010 ανερχόταν σε 1.426.928,37 ευρώ, κατά το έτος 2011 μειώθηκε σε 570.771,35 ευρώ, κατά το έτος 2013 μειώθηκε σε 441.541,75  ευρώ και κατά το τρέχον έτος 2014 μειώθηκε ακόμη περισσότερο σε 302.463,98 ευρώ.

 

3.14. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να επισημανθεί ότι τα μέλη ΔΕΠ χαρακτηρίζονται από το άρθρο 16 παρ. 6 του Συντάγματος ως δημόσιοι λειτουργοί και περιβάλλονται με θεσμικές εγγυήσεις υπερ της ακαδημαϊκής ελευθερίας, η οποία αποτελεί προστατευόμενο συνταγματικό δικαίωμά τους κατά την παρ. 1 του ίδιου άρθρου. Στο πλαίσιο αυτό, αναπτύσσουν το διττό τους ρόλο προκειμένου να αντεπεξέλθουν στο διδακτικό και στο ερευνητικό τους έργο. Ωστόσο, η αθρόα εισαγωγή επιπλέον αριθμού σπουδαστών στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ με βάση τις δύο προσβαλλόμενες πράξεις, θα έχει ως άμεση συνέπεια την υποβάθμιση του διδακτικού τους έργου, το οποίο πλέον θα παράγεται υπό συνθήκες πλήρους δυσχέρειας, τη σχεδόν ολοκληρωτική παραμέληση του ερευνητικού τους έργου υπό τον φόρτο της υπέρμετρης προσπάθειας να ανταποκριθούν στο διδακτικό τους ρόλο, καθώς επίσης την επιβάρυνσή τους με επιπλέον διοικητικά καθήκοντα, γεγονός που ήδη παρατηρείται λόγω της έλλειψης επαρκούς διοικητικού προσωπικού. 

 

3.15. Μάλιστα, παρά το γεγονός ότι η πρόσφατη αξιολόγηση που πραγματοποιήθηκε από ξένους καθηγητές στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ   ανέδειξε το υψηλό επίπεδο διδασκαλίας και την αφοσίωση των καθηγητών στο έργο τους, καθώς και το υψηλό επίπεδο των αποφοίτων, ωστόσο τόνισε τον κίνδυνο υποβάθμισης των σπουδών από την έλλειψη ικανού αριθμού καθηγητών και διοικητικού προσωπικού καθώς και επαρκών οικονομικών πόρων για την προμήθεια επαρκούς και σύγχρονου εξοπλισμού υλικοτεχνικής υποδομής.

 

3.16. Καθίσταται πρόδηλο ότι η συγκεκριμένη φέρουσα ικανότητα της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ, όπως αυτή συνδιαμορφώνεται από τον ελλιπή αριθμό μελών ΔΕΠ, διοικητικού προσωπικού, χώρων, υλικοτεχνικής υποδομής και πόρων, παραβιάζεται από τα άρθρα 53 του ν. 4264/2014 και 47 του ν. 4274/2014, κατ’ εξουσιοδότηση των οποίων εκδόθηκαν οι δύο προσβαλλόμενες πράξεις. Στο σημείο αυτό, θα πρέπει να επισημανθεί ότι στους λοιπούς τομείς εκπαίδευσης, η μέριμνα των οποίων αποτελεί βασική πολιτειακή υποχρέωση (πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια), ο νομοθέτης έχει εκ των προτέρων προβλέψει την τήρηση ορισμένης φέρουσας ικανότητας.

 

Ειδικότερα, με κοινές υπουργικές αποφάσεις έχει οριστεί ότι ο αριθμός των μαθητών σε κάθε τάξη ή τμήμα τάξης Γυμνασίων και Γενικών Λυκείων δεν μπορεί να υπερβαίνει τα είκοσι επτά (27) άτομα (Υ.Α. 129818/Γ2/ΦΕΚ Β 2451/1.10.2013), ο αριθμός των μαθητών σε κάθε τμήμα τάξης ή τομέα ή ειδικότητας των Επαγγελματικών Λυκείων δεν μπορεί να υπερβαίνει τα εικοσιπέντε (25) άτομα (Υ.Α. 42712/Γ2/ΦΕΚ Β/3.04.2014) και ο αριθμός των μαθητών στα δημοτικά σχολεία προσδιορίζεται από την αναλογία των δεκαπέντε (15) μαθητών ανά δάσκαλο στα μονοθέσια, διθέσια και τριθέσια δημοτικά και των είκοσι πέντε μαθητών (25) μαθητών ανά δάσκαλο στα λοιπά δημοτικά σχολεία (Υ.Α. Φ.3/89797652/Γ1/ΦΕΚ Β 1507/13.10.2006). Επίσης, έχει προβλεφθεί ότι στα μονοθέσια νηπιαγωγεία φοιτούν από (7) επτά έως (25) εικοσιπέντε νήπια και στα διθέσια από είκοσι έξι (26) έως πενήντα (50) και παράλληλα ότι ο αριθμός των νηπίων ανά νηπιαγωγό ορίζεται στα εικοσιπέντε (25) νήπια (Υ.Α. Φ.3/898/97657/Γ1/ΦΕΚ Β 1507/13.10.2006).

 

Σήμερα, τόσο η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ όσο και το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ αντιμετωπίζουν ήδη σημαντικά προβλήματα και η λειτουργία τους βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στην υπερωριακή εργασία των καθηγητών τους και του ελάχιστου διοικητικού και εργαστηριακού προσωπικού τους. Η περαιτέρω αύξηση του αριθμού των εισερχόμενων σπουδαστών θα παραβιάσει προδήλως τη φέρουσα ικανότητα των Σχολών αυτών, οι οποίες όχι μόνο δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στο διεθνή ανταγωνισμό, αλλά θα αδυνατούν να λειτουργήσουν ομαλά στοιχειωδώς και να διατηρήσουν έστω ένα απλώς ανεκτό επίπεδο ποιότητας σπουδών. Περαιτέρω, η επικείμενη αύξηση του αριθμού των εισερχόμενων σπουδαστών θα δυσχεράνει σε απόλυτο βαθμό το διδακτικό και ερευνητικό έργο των διδασκόντων και θα εκμηδενίσει το δικαίωμα των σπουδαστών σε μία ουσιαστική συνταγματικά κατοχυρωμένη ανώτατη εκπαίδευση, αντάξια των κόπων και των προσδοκιών τους, κατά παράβαση του άρθρου 16 του Συντάγματος.

 

Άλλωστε, το Δικαστήριό Σας έχει κρίνει ότι με την αύξηση θέσεων καθ’ υπέρβαση των εκπαιδευτικών δυνατοτήτων των Ιδρυμάτων προκαλείται στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δυσλειτουργία που δεν γίνεται ανεκτή από το άρθρο 16 του Συντάγματος (ΣτΕ 986-987/2014, 268/1993), καθώς και ότι είναι απαραίτητη η στάθμιση αρμοδίως της αναλογίας εκπαιδευόμενων σπουδαστών προς τα διατιθέμενα εκπαιδευτικά μέσα, προκειμένου να μην παρεμποδιστεί η εκπλήρωση του επιστημονικού προορισμού των ιδρυμάτων δια της εισαγωγής υπερμέτρου αριθμού σπουδαστών και προκειμένου να διατηρηθεί το κτηθέν ήδη επιστημονικό κύρος τους (ΣτΕ 341/1963, 3202/1977, 2888/1997).

 

Εάν θα μπορούσε να αποτυπωθεί με όρους αρχιτεκτονικής η κατασκευή του νομοθετικού πλαισίου των μετεγγραφών, όπως θα το αντιλαμβανόταν ένας πρωτοετής φοιτητής οποιασδήποτε Αρχιτεκτονικής Σχολής της χώρας, είναι σαν να προβλέφθηκε ένα κτίριο με φέροντα οργανισμό ικανό να αντέξει το βάρος ενός ορόφου, που στα θεμέλιά του τελικά κατασκευάστηκε ένα πενταόροφο κτίσμα. Δεν καταλείπεται κανένα περιθώριο αμφιβολίας για τη στατικότητά του.  

 

Για όλους τους παραπάνω λόγους, οι διατάξεις των άρθρων 53 του ν. 4264/2014 και 47 του ν. 4274/2014 παραβιάζουν το άρθρο 16 παρ. 1, 2, 4, 5, 6 του Συντάγματος και ως εκ τούτου, οι ερειδόμενες επ’ αυτών προσβαλλόμενες πράξεις είναι μη νόμιμες και ακυρωτέες.

 

 

4.1. Σύμφωνα με το  άρθρο 24 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος «1. Η προστασία του φυσικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος αποτελεί υποχρέωση του Κράτους και δικαίωμα του καθενός. Για τη διαφύλαξή του το Κράτος έχει υποχρέωση να παίρνει ιδιαίτερα προληπτικά ή κατασταλτικά μέτρα στο πλαίσιο της αρχής της αειφορίας […] 2. H χωροταξική αναδιάρθρωση της Xώρας, η διαµόρφωση, η ανάπτυξη, η πολεοδόµηση και η επέκταση των πόλεων και των οικιστικών γενικά περιοχών υπάγεται στη ρυθµιστική αρµοδιότητα και τον έλεγχο του Kράτους, µε σκοπό να εξυπηρετείται η λειτουργικότητα και η ανάπτυξη των οικισµών και να εξασφαλίζονται οι καλύτεροι δυνατοί όροι διαβίωσης. Oι σχετικές τεχνικές επιλογές και σταθµίσεις γίνονται κατά τους κανόνες της επιστήµης».

 

Περαιτέρω, το άρθρο 106 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος ορίζει: «1. Για την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης και την προστασία του γενικού συμφέροντος το Kράτος προγραμματίζει και συντονίζει την οικονομική δραστηριότητα στη Xώρα, επιδιώκοντας να εξασφαλίσει την οικονομική ανάπτυξη όλων των τομέων της εθνικής οικονομίας. Λαμβάνει τα επιβαλλόμενα μέτρα για την αξιοποίηση των πηγών του εθνικού πλούτου, από την ατμόσφαιρα και τα υπόγεια ή υποθαλάσσια κοιτάσματα, για την προώθηση της περιφερειακής ανάπτυξης και την προαγωγή ιδίως της οικονομίας των ορεινών, νησιωτικών και παραμεθόριων περιοχών. 2. H ιδιωτική οικονομική πρωτοβουλία δεν επιτρέπεται να αναπτύσσεται σε βάρος της ελευθερίας και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ή προς βλάβη της εθνικής οικονομίας».

 

4.2. Από τη συστηματική ερμηνεία των άρθρων 24 και 106 του Συντάγματος συνάγεται ότι ο ορθολογικός χωροταξικός σχεδιασμός και ο προγραμματισμός της οικονομικής δραστηριότητας της χώρας αποτελούν βασικές υποχρεώσεις του Κράτους. Ωστόσο, προκειμένου να είναι ορθολογικός ο χωροταξικός σχεδιασμός και να εξασφαλίζεται μία βιώσιμη και ισορροπημένη οικονομική ανάπτυξη, η Πολιτεία οφείλει να λαμβάνει μέτρα για την προστασία της λειτουργικότητας των πόλεων και την προώθηση της περιφερειακής ανάπτυξης, με κριτήρια τα οποία βασίζονται στους κανόνες της επιστήμης, έτσι ώστε να είναι αντικειμενικά και πρόσφορα για την επίτευξη αυτών των σκοπών. Υπό την έννοια αυτή, κάθε νέα  νομοθετική ρύθμιση πρέπει να βελτιώνει και να μην υποβαθμίζει το περιβάλλον που διαμορφώνεται με το χωροταξικό σχεδιασμό, ενώ παράλληλα πρέπει να εξασφαλίζει την περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας και να μην την καταστρατηγεί, λαμβάνοντας υπόψη κριτήρια τυχαία και βραχυπρόθεσμα, τα οποία ευνοούν την άναρχη ανάπτυξη της περιφέρειας και της εθνικής οικονομίας, οδηγώντας άλλοτε στην ευκαιριακή άνθηση αυτών και άλλοτε στον αιφνίδιο μαρασμό τους.

 

4.3. Ο χωροταξικός σχεδιασμός με στόχο την αειφόρο ανάπτυξη, τόσο σε εθνικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο, έχουν διαχρονικά αποτελέσει μέριμνα του ιστορικού νομοθέτη, όπως ενδεικτικά αποδεικνύεται από το ν. 2742/1999 «Χωροταξικός Σχεδιασμός και Αειφόρος Ανάπτυξη και άλλες διατάξεις», από τα θεσπισθέντα δεκατρία Περιφερειακά Πλαίσια Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης των Περιφερειών Κρήτης (ΦΕΚ 1486 Β/10.10.2003), Θεσσαλίας (ΦΕΚ 1484 Β/10.10.2003),  Δυτικής Ελλάδας (ΦΕΚ 1470 Β/09.10.2003), Ηπείρου (ΦΕΚ 1451 Β/06.10.2003), Νοτίου Αιγαίου (ΦΕΚ 1487 Β/10.10.2003), Στερεάς Ελλάδας (ΦΕΚ 1469 Β/09.10.2003), Δυτικής Μακεδονίας (ΦΕΚ 1472 Β/09.10.2003),  Πελοποννήσου (ΦΕΚ 1485 Β/10.10.2003), Βορείου Αιγαίου (ΦΕΚ 1473 Β/09.10.2003), Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης (ΦΕΚ 1471 Β/09.10.2003), Κεντρικής Μακεδονίας (ΦΕΚ 218 Β/06.02.2004), Ιονίων Νήσων (ΦΕΚ 56 Β/19.01.2004), το μεταγενεστέρως θεσπισθέν Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΦΕΚ Α΄ 128/3.7.2008) και το ν. 4269/2014 «Χωροταξική και πολεοδομική μεταρρύθμιση - Βιώσιμη ανάπτυξη».

 

4.4. Η άσκηση της ευρωπαϊκής περιφερειακής πολιτικής επικεντρώνεται στην ισόρροπη ανάπτυξη στον ευρωπαϊκό χώρο και στην ανάλυση των αντιθέσεων των πολιτικών, έτσι ώστε αυτή να αποτελέσει το κύριο μεθοδολογικό εργαλείο για την άμβλυνσή τους, για την ενίσχυση της οικονομικής συνοχής και τη μείωση των οικονομικών και γεωγραφικών ανισοτήτων. Έτσι, η χωρική συνιστώσα αναγορεύεται σε καθοριστική παράμετρο για την κατανομή των χρηματοδοτήσεων των περιφερειών, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε επίπεδο των κρατών μελών, όπως επισημαίνεται σε όλα τα θεμελιώδη κείμενα που συνέβαλαν στην εξελικτική πορεία για ένα κοινό ευρωπαϊκό χωροταξικό σχεδιασμό, όπως «Ευρώπη 2000», «Ευρώπη 2000+», Ευρωπαϊκό Σχέδιο Χωρικής Ανάπτυξης (ΕΣΧΑ), Σχέδιο Ανάπτυξης του Κοινοτικού Χώρου (ΣΑΚΧ), «INTEREG», «TAMPERE» (βλ.α.α. Δ. Μέλισσας, Θεμελιώδη Ζητήματα του Δικαίου της Χωροταξίας, 2002, σελ. 55 επ.).

 

4.5. Ως εκ τούτου, η προστασία του περιβάλλοντος προϋποθέτει την ισόρροπη ανάπτυξη στο χώρο με την οικονομική ανάπτυξη των υπανάπτυκτων περιοχών, ώστε να διασφαλιστούν οι όροι για την ομοιόμορφη απασχόληση. Περιβάλλον και οικονομία αλληλοεξαρτώνται και η ισόρροπη ανάπτυξη των περιφερειών προϋποθέτει τη χωροταξική αναδιοργάνωση και τη συνεργασία τους. Έτσι, οι διαρθρωτικές παρεμβάσεις και οι χρηματοδοτικές δράσεις κάθε ευνομούμενου κράτους δεν εναρμονίζονται με τη βιώσιμη ανάπτυξη και την προστασία του περιβάλλοντος όταν ενισχύουν ή ανατρέπουν τη διατήρηση φαινομένων γεωγραφικού αποκλεισμού και καταστρατηγούν την κοινωνική δικαιοσύνη. Διότι, τελικά, το νόημα της χωρικής δικαιοσύνης και της περιφερειακής ανάπτυξης πραγματώνεται με την ισόρροπη διαμόρφωση σε πανελλαδικό επίπεδο των υποδομών, την ισότιμη ανάπτυξη της ερευνητικής και τεχνολογικής γνώσης, χωρίς να περιχαράσσεται η πολιτισμική και φυσική ετερογένεια της κάθε περιφέρειας. Συνεπώς, χωροταξία, περιβάλλον και περιφερειακή ανάπτυξη δεν συνιστούν ανταγωνιστικούς πόλους, αλλά αντίθετα αλληλοεξαρτώνται και οφείλουν να συνυπάρχουν αρμονικά σύμφωνα με το Σύνταγμα.

4.6. Ο νομοθέτης υιοθέτησε, κατά τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, την  αποκέντρωση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης ως μέσο, τόσο για να βελτιώσει την ποιότητα της εκπαίδευσης όσο και για να αντιμετωπίσει το  πρόβλημα της συνεχώς αυξανόμενης αναπτυξιακής υποβάθμισης της περιφέρειας, που προκλήθηκε από το κοινωνικό φαινόμενο της αστυφιλίας, ιδίως από τη δεκαετία του ’60 και εξής. Την περίοδο αυτή προστίθεται στα ήδη υφιστάμενα πρώτα Πανεπιστήμια της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, η ίδρυση του Πανεπιστημίου της Πάτρας και των Ιωαννίνων, ενώ τη δεκαετία του ’70 τοποθετείται η ίδρυση του Πανεπιστημίου της Θράκης, του Πανεπιστημίου της Κρήτης, του Πολυτεχνείου της Κρήτης και του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας.

 

Μάλιστα, από τη μελέτη των πολιτικών ίδρυσης και χωροθέτησης των περιφερειακών Πανεπιστημίων και του προτύπου εσωτερικής ακαδημαϊκής τους οργάνωσης προκύπτουν σημαντικά συμπεράσματα για τον εκπαιδευτικό και ερευνητικό τους προσανατολισμό, την κοινωνική και πολιτιστική τους δράση και το είδος των προβλημάτων που αντιμετωπίζουν. Αυτό όμως που καθίσταται περισσότερο προφανές από τη μελέτη των πολιτικών ίδρυσης και χωροθέτησης των περιφερειακών Πανεπιστημίων είναι οι λόγοι ίδρυσής τους, οι οποίοι συνοψίζονται στους εξής: α) η ικανοποίηση εθνικών σκοπών και σκοπών περιφερειακής ανάπτυξης, β) η αναβάθμιση της ποιότητας της ανώτατης εκπαίδευσης, γ) η αποκατάσταση της δίκαιης ισοκατανομής και η  καθιέρωση ίσων ευκαιριών, δ) η ικανοποίηση των αναγκών της αγοράς εργασίας, κυρίως όμως ε) η αύξηση του αριθμού των εισακτέων στα πανεπιστήμια και η αποσυμφόρηση των κεντρικών πανεπιστημίων (μελέτη Γ. Κ. Θεοδωρά, διδακτορική διατριβή «Περιφερειακά Πανεπιστήμια και Πόλη» Αθήνα 2003, της ιδίας, Προσέγγιση των Επιδράσεων των Περιφερειακών Πανεπιστημίων στην Ανάπτυξη των Περιφερειών της Ελλάδας, Τεχν. Χρον. Επιστ. Ι/2010, σ. 91 επ., εκδόσεις ΤΕΕ).

4.7. Ο σκοπός αυτός του νομοθέτη επιβεβαιώνεται από τον ιδρυτικό νόμο 1268/1982 «Για τη δομή και λειτουργία των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων», ο οποίος στο κεφάλαιο Β΄ με τίτλο «Διάρθρωση των ΑΕΙ» ορίζει στην παρ. 6 του άρθρου 6 αυτού: «Με Π.Δ. που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργικού Συμβουλίου, ύστερα από γνώμη του ΕΣΑΠ και των Συγκλήτων των οικείων ΑΕΙ, μπορεί να ιδρύονται, να συγχωνεύονται ή να κατανέμονται ΑΕΙ, Σχολές ή Τμήματα: ι) όταν είναι αναγκαίο για την εξυπηρέτηση συγκεκριμένων κοινωνικών αναγκών για την περιφερειακή ανάπτυξη και αποκέντρωση της ανώτατης παιδείας ή για την καλλιέργεια νέων επιστημονικών και τεχνικών πεδίων ή πεδίων διεπιστημονικού χαρακτήρα που κρίνονται απαραίτητα για την οικονομικοκοινωνική ανάπτυξη της χώρας και δεν καλύπτονται με επάρκεια από τα ΑΕΙ, Σχολές ή Τμήματα που λειτουργούν, ιι) όταν το επιβάλλει ο δυσανάλογα μεγάλος αριθμός φοιτητών ανά μέλος του Διδακτικού – Ερευνητικού Προσωπικού ενός ΑΕΙ, μιας Σχολής ή ενός Τμήματος ιιι) όταν η λειτουργία μεμονωμένων ΑΕΙ, Σχολών ή Τμημάτων δεν δικαιολογείται επιστημονικά και δυσχεραίνει την έρευνα και τη διδασκαλία στα αντίστοιχα γνωστικά πεδία».

 

4.8. Στην προκειμένη περίπτωση, μετά την ίδρυση της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ιδρύθηκαν τα Τμήματα Αρχιτεκτονικής του Πανεπιστημίου Πατρών, του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, του Πολυτεχνείου Κρήτης, του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης και, προσφάτως, του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Το γεγονός αυτό είχε ως συνέπεια, να αποκεντρωθεί η τριτοβάθμια εκπαίδευση τόσο προς όφελος των δύο πρώτων μεγάλων και υπεράριθμων Σχολών, αλλά και των αστικών κέντρων στα οποία αυτές αντιστοιχούν, όσο και προς όφελος της οικονομικής ανάπτυξης των τοπικών κοινωνιών, των οποίων ενισχύθηκαν οι κάθε είδους οικονομικές δραστηριότητες και αναπτύχθηκαν νέες, τονώθηκε η αγορά ακινήτων, δόθηκε ώθηση στην επιχειρηματική ζωή και ενισχύθηκε η επαγγελματική και επιστημονική κοινότητα αυτών. Κυρίως θα πρέπει να τονιστεί ότι για την ίδρυση και εύρυθμη λειτουργία των Τμημάτων Αρχιτεκτονικής στην Πάτρα, την Ξάνθη, το Βόλο, τα Χανιά και πρόσφατα στα Ιωάννινα δαπανήθηκαν και δαπανώνται χρήματα για την ανέγερση κτιριακής υποδομής, για τη στελέχωση με διοικητικούς υπαλλήλους και μέλη ΔΕΠ και για το συνεχή εξοπλισμό τους με υλικοτεχνική υποδομή. Πρόκειται, δηλαδή, για χωροταξική εκπαιδευτική αποκέντρωση με εξισορροπητικά αποτελέσματα για τη σχέση κέντρου – περιφέρειας και με ευμενή αποτελέσματα για την περιφερειακή και οικονομική ανάπτυξη.

 

Ωστόσο, η προσθήκη του αριθμού των εισακτέων λόγω μετεγγραφής στον ήδη αυξημένο αριθμό των άμεσα εισακτέων σπουδαστών στις δύο πρώτες Σχολές, οι οποίες παρουσιάζουν μεγαλύτερη ζήτηση, τόσο διότι έχουν υψηλότερες βάσεις εισαγωγής όσο και γιατί βρίσκονται η μεν πρώτη στην πρωτεύουσα η δε δεύτερη στη συμπρωτεύουσα της χώρας, έχει ως αποτέλεσμα την υπέρμετρη αύξηση του συνολικού αριθμού των εισακτέων στις Σχολές αυτές και την ταυτόχρονη αποψίλωση των αντίστοιχων Τμημάτων των προαναφερόμενων περιφερειακών Ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Το γεγονός αυτό, μάλιστα, δεν αμφισβητείται ούτε από τον αρμόδιο Υπουργό, ο οποίος, όπως προκύπτει από τις Πρακτικά της ΙΒ΄ Συνεδρίασης του Τμήματος Διακοπών της Βουλής της 7.07.2014 (βλ. σελ. 813, 818), δεν έχει εικόνα «του κύματος των μετεγγραφών» και κατέθεσε έγγραφο της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας σύμφωνα με το οποίο δεν προκύπτει κανένα σχετικό στοιχείο για τον αριθμό των πολύτεκνων, τρίτεκνων και τις λοιπών ειδικών κατηγοριών.

 

4.9. Συνεπώς, η καταστρατήγηση της επί σαράντα χρόνια υλοποίησης της αποκέντρωσης της ανώτατης εκπαίδευσης παραβιάζει την υποχρέωση του Κράτους για ορθολογικό χωροταξικό σχεδιασμό και οικονομικό προγραμματισμό, καθώς και για ισόρροπη περιφερειακή βιώσιμη ανάπτυξη. Τούτο διότι η προσθήκη του αριθμού των εισακτέων λόγω μετεγγραφής στον ήδη αυξημένο αριθμό των άμεσα εισακτέων σπουδαστών στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ κατά παράβαση της φέρουσας ικανότητάς τους και η ταυτόχρονη αποχώρηση μεγάλου αριθμού σπουδαστών από τα αντίστοιχα Τμήματα των περιφερειακών Ιδρυμάτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, σε συνδυασμό με την ανατροπή που επέρχεται στις μέχρι τώρα καταβληθείσες χρηματοδοτήσεις για την ανέγερση και λειτουργία των κτιριακών υποδομών και τη στελέχωσή τους με επιστημονικό, ερευνητικό και διοικητικό προσωπικό, καθώς και στη διαμόρφωση των οικονομικών δραστηριοτήτων και του οικιστικού ιστού των πόλεων της Πάτρας, της Ξάνθης, των Χανίων και του Βόλου, με γνώμονα τη λειτουργία του εκάστοτε Τμήματος, παραβιάζει τα άρθρα 24 παρ. 1 και 2 και 106 παρ. 1 και 2 του Συντάγματος.

 

Για τον λόγο αυτό, οι διατάξεις των άρθρων 53 του ν. 4264/2014 και 47 του ν. 4274/2014 είναι αντισυνταγματικές και οι ερειδόμενες επ’ αυτών προσβαλλόμενες πράξεις μη νόμιμες και ακυρωτέες.

 

 

Συνοπτική έκθεση κατ’ άρθρο 41 του ν. 4055/2012

 

Η Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ ζήτησε με βάση τη φέρουσα ικανότητά της 60 εισακτέους σπουδαστές κατά το τρέχον ακαδημαϊκό έτος και θα εγγραφούν τελικά τουλάχιστον 289. Το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ ζήτησε με βάση τη φέρουσα ικανότητά του 100  εισακτέους σπουδαστές κατά το τρέχον ακαδημαϊκό έτος και θα εγγραφούν τελικά τουλάχιστον 214. Παράλληλα, στις δύο αυτές Αρχιτεκτονικές Σχολές υφίστανται μεγάλες ελλείψεις σε διδακτικό και διοικητικό προσωπικό, χώρους, υλικοτεχνική υποδομή και οικονομικούς πόρους.

 

Η πρώτη προσβαλλόμενη απόφαση του Υπουργού Παιδείας, δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων έχει ως αντικείμενο τη ρύθμιση της διαδικασίας για τη μεταφορά θέσης εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κατά το τρέχον ακαδημαϊκό έτος των πολυτέκνων, τριτέκνων και των λοιπών σπουδαστών ειδικών κατηγοριών και εκδόθηκε με βάση τη νομοθετική εξουσιοδότηση της παρ. 4 του άρθρου 53 του ν. 4264/2014.

 

Η δεύτερη προσβαλλόμενη απόφαση του Υπουργού Παιδείας, δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων έχει ως αντικείμενο τη ρύθμιση της διαδικασίας για τη μεταφορά θέσης εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κατά το τρέχον ακαδημαϊκό έτος των σπουδαστών που πληρούν ορισμένα οικονομικά κριτήρια και εκδόθηκε με βάση τη νομοθετική εξουσιοδότηση της παρ. 6 του άρθρου 47 του ν. 4274/2014.

 

Οι διατάξεις των άρθρων 53 και 47 των νόμων 4264/2014 και 4274/2014 αντιστοίχως, που αποτελούν το νόμιμο έρεισμα των δύο προσβαλλόμενων αποφάσεων, είναι αντισυνταγματικές και ως εκ τούτου οι προσβαλλόμενες αποφάσεις είναι μη νόμιμες και ακυρωτέες διότι:

1.  Το άρθρο 53 του ν. 4264/2014 παραβιάζει το άρθρο 43 παρ. 2 του Συντάγματος, διότι η χορηγηθείσα νομοθετική εξουσιοδότηση δεν είναι ειδική και ορισμένη, στο μέτρο που δεν προβλέπονται ποιοτικά και ποσοτικά κριτήρια με βάση τα οποία θα διεξαχθεί η επιλογή μεταξύ των δυνητικά δικαιούχων τη μεταφορά θέσης. Αντιθέτως, προβλέπεται η αποδοχή όλων των αιτήσεων ως συνέπεια της ιδιότητας των σπουδαστών ως πολύτεκνων, τρίτεκνων, τέκνων με αδελφό ήδη φοιτητή, ορφανών, τέκνων, αδελφών ή συζύγων ατόμων με αναπηρία, τέκνων θυμάτων τρομοκρατίας, πολύδυμων τέκνων ή με αδελφό που εισήχθη στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με διάκριση.

2. Τόσο το άρθρο 53 του ν. 4264/2014 όσο και το άρθρο 47 του νόμου 4274/2014 παραβιάζουν τις συνταγματικές αρχές της ισότητας των ευκαιριών (άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος), καθώς και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας και της σταδιοδρομίας εκάστου ανάλογα με την προσωπική του αξία (άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος), διότι με την αθρόα μεταφορά θέσεων και την έμμεση εισαγωγή σε άλλο πανεπιστημιακό Ίδρυμα, το οποίο κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας διασφαλίζει ένα υψηλότερο επίπεδο φοίτησης για το οποίο απαιτούνται περισσότερα μόρια εισαγωγής, βρίσκονται στην ίδια θέση οι φοιτητές οι οποίοι εισήχθησαν στο εν λόγω Ίδρυμα με άμεσο τρόπο, κατέχοντας περισσότερα μόρια εισαγωγής και ως εκ τούτου υψηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο, με τους φοιτητές οι οποίοι εισήχθησαν στο ίδιο Ίδρυμα με τρόπο έμμεσο (μέσω μεταφοράς θέσης), κατέχοντας λιγότερα μόρια εισαγωγής και ως εκ τούτου χαμηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο, χωρίς να υφίσταται επαρκής δικαιολογητικός προς τούτο λόγος, αρκούντως αντικειμενικός, συναρτώμενος με ποσοτικά κριτήρια ή ποιοτικά κριτήρια, συναφή με την ακαδημαϊκή μόρφωση.

3. Τόσο το άρθρο 53 του ν. 4264/2014 όσο και το άρθρο 47 του νόμου 4274/2014 παραβιάζουν το άρθρο 16 του Συντάγματος. Ειδικότερα, παραβιάζεται η αυτοδιοίκηση της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΕΜΠ και του Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του ΑΠΘ καθότι δεν ζητήθηκε η γνώμη τους για τον επιπλέον αριθμό εισερχομένων σπουδαστών λόγω μετεγγραφής. Επίσης, οι συνθήκες διδασκαλίας, όπως είναι ήδη διαμορφωμένες στις δύο αυτές Σχολές, επιβαρυνόμενες περαιτέρω με τον επιπλέον αριθμό των εισερχομένων σπουδαστών λόγω μετεγγραφής, παραβιάζουν το ατομικό δικαίωμα στην ανώτατη εκπαίδευση των σπουδαστών. Παράλληλα, το κοινωνικό δικαίωμα της ουσιαστικής παροχής ανώτατης εκπαίδευσης παραβιάζεται καθότι με τον επιπλέον αυτόν αριθμό δυσχεραίνεται η λειτουργία των δύο Σχολών και υποβαθμίζεται το επίπεδο σπουδών σε αυτές. Τέλος, παραβιάζεται και το ατομικό δικαίωμα της ακαδημαϊκής ελευθερίας των διδασκόντων σε αυτές καθότι υποβαθμίζεται το διδακτικό τους έργο, παρεμποδίζεται το ερευνητικό τους έργο και επιφορτίζονται με διοικητικά καθήκοντα.

4. Τέλος, το άρθρο 53 του ν. 4264/2014 και το άρθρο 47 του νόμου 4274/2014 παραβιάζουν τα άρθρα 24 και 106 του Συντάγματος καθότι περιβάλλον, χωροταξία, οικονομικός προγραμματισμός και περιφερειακή ανάπτυξη λειτουργούν ως μία αδιάρρηκτη ενότητα.

 

ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ ΤΟΥΣ ΠΑΡΑΠΑΝΩ ΛΟΓΟΥΣ

ΖΗΤΟΥΜΕ

 

1. Να γίνει δεκτή η παρούσα αίτηση ακύρωσης.

2. Να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες υπ’ αριθ. Φ1/161753/Β3 (ΦΕΚ 2665 Β’/ 8.10.2014) με θέμα «Ρύθμιση θεμάτων για τη μεταφορά θέσης εισαγωγής Πολυτέκνων, Τριτέκνων και Ειδικών Κατηγοριών» και η υπ’ αριθ. Φ1/161748/Β3 (ΦΕΚ 2665, Β’/ 8.10.2014) με θέμα «Ρύθμιση θεμάτων για τη μεταφορά θέσης εισαγωγής με οικονομικά κριτήρια του σχολικού έτους 2013−2014 στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση σύμφωνα με το άρθρο 47 του Ν. 4274/2014 (Α΄ 147)» αποφάσεις του Υπουργού Παιδείας, δια Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων.

3. Να εισαχθεί η παρούσα προς συζήτηση ενώπιον της Ολομέλειας του Δικαστηρίου Σας λόγω μείζονος σπουδαιότητας.

4. Να καταδικαστεί το Δημόσιο στην εν γένει δικαστική μας δαπάνη.

 

Αθήνα, 19.11.2014

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος

Δημήτρης Μέλισσας